Παρασκευή 11 Μαρτίου 2016

11 Μαρτίου 1978: Πεθαίνει από εγκεφαλικό επεισόδιο η Σοφία Βέμπο, τραγουδίστρια


Το πραγματικό της όνομα ήταν Σοφία Μπέμπο. Γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στις 10 Φεβρουαρίου του 1910 όπου ο πατέρας της Αθανάσιος Μπέμπος, καταγόμενος από την Τσαριτσάνη είχε εγκατασταθεί εκεί δουλεύοντας ως καπνεργάτης. Το 1912 η οικογένειά της μετεγκαταστάθηκε στη Κωνσταντινούπολη, όπου εκεί γεννήθηκε ο αδελφός της Γεώργιος, ο επιλεγόμενος Τζώρτζης, η αδελφή της Αλίκη και ο μικρότερος αδελφός της Ανδρέας. Το 1914 με την υπογραφή της ελληνοτουρκικής συμφωνίας ανταλλαγής πληθυσμών που συνομολόγησε η κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου, η οικογένειά της αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη, όπου και επέστρεψε στη Τσαριτσάνη και από εκεί εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Βόλο.

Στο Βόλο η Έφη Μπέμπο, όπως αρέσκονταν να λέγεται, μετά τις εγκύκλιες σπουδές της αναγκάστηκε λόγω φτώχειας να δουλεύει για να βοηθήσει την οικογένειά της. Έτσι ξεκίνησε να δουλεύει ταμίας στο κατάστημα "Φλωρία" του Βόλου. Παράλληλα της άρεσε η μουσική και αγοράζοντας μία κιθάρα άρχισε να εξασκείται σ΄ αυτή με τη βοήθεια της φίλης της Μαρίτσας Χασάπη.

Τον Σεπτέμβριο του 1933 αποφάσισε να πάει στη Θεσσαλονίκη να βρει τον αδελφό της Τζώρτζη που σπούδαζε εκεί που είχε καιρό να στείλει γράμμα. Έτσι παίρνοντας την κιθάρα της επιβιβάστηκε στο Α/Π ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑ όπου στη διάρκεια του ταξιδιού της άρχισε με την κιθάρα της το τραγούδι. Σε ελάχιστο χρόνο όλοι οι επιβάτες του πλοίου και το πλήρωμα βρίσκονταν γύρω της και την χειροκροτούσαν ενθουσιασμένοι από τη φωνή της. Αυτή θεωρητικά ήταν και η πρώτη δημόσια εμφάνιση της Σοφίας.

Μεταξύ των επιβατών ήταν και ένας καλλιτεχνικός διευθυντής που, ακούγοντάς την, ενθουσιάστηκε τόσο πολύ που στο τέλος την πλησίασε και της συστήθηκε, Κωνσταντίνος Τσίμπας, ήταν ο μεγαλύτερος ιμπρεσάριος της Θεσσαλονίκης, (που αργότερα αποδείχθηκε και πράκτορας των Γερμανών), ο οποίος και πρότεινε στη Μπέμπο με την άφιξή της στη Θεσσαλονίκη να δουλέψει στο μεγάλο κοσμικό κέντρο ΑΣΤΟΡΙΑ. Φθάνοντας η Μπέμπο στη Θεσσαλονίκη όπου την περίμενε ο αδελφός της συζήτησε την πρόταση του Τσίμπα όπου και με τη συγκατάθεση εκείνου η Μπέμπο την επομένη ξεκίνησε τις πρώτες καλλιτεχνικές της εμφανίσεις, όπου οι θαμώνες κάθε βράδυ παρέτειναν το πρόγραμμά της με τα συνεχή χειροκροτήματά τους.


Αρχή καριέρας 
Μέσα σε μια μόλις εβδομάδα η φήμη της έχει φθάσει στην Αθήνα όπου και αμέσως της γίνεται πρόταση να εμφανιστεί στο θέατρο του Φώτη Σαμαρτζή. Η Μπέμπο, ενημερώνοντας σχετικά τους γονείς της που δεν έφεραν αντίρρηση, αποδέχθηκε την πρόταση και στις 25 Οκτωβρίου του 1933 βρίσκεται στην αθηναϊκή σκηνή του θεάτρου "Κεντρικόν", του Φώτη Σαμαρτζή, στη πλατεία Κολοκοτρώνη, συμμετέχοντας στην επιθεώρηση "Παπαγάλος 33", με τον θίασο Σαμαρτζή - Μηλιάδη.
Στην επιθεώρηση αυτή η Μπέμπο παρουσιαζόταν σαν τσιγγάνα με μια κιθάρα με την οποία και απέδιδε το πρώτο της τραγούδι που ήταν "Μια γυναίκα πέρασε". Η επιτυχία που είχε ήταν εκπληκτική, όταν στο τέλος υποκλίθηκε και περνώντας την κιθάρα της στον ώμο κατευθύνθηκε προς τα παρασκήνια, οι άλλοι ηθοποιοί της φώναζαν
- Που πας, δεν ακους τον κόσμο που σου φωνάζουν "μπιζ"
- Και τι με νοιάζει εμένα αν φωνάζουν μπιζ; αποκρίθηκε η Μπέμπο, μη γνωρίζοντας τον όρο που σήμαινε επανάληψη.

Τέσσερις φορές χρειάστηκε η Μπέμπο να επαναλάβει αυτό το τραγούδι κατά τη πρεμιέρα προκειμένου να ικανοποιήσει το κοινό που παραληρούσε και χειροκροτούσε όρθιο. Στο τέλος της παράστασης όλοι οι ηθοποιοί την συνεχάρησαν λέγοντας της "μπράβο ήσουν υπέροχη", μεταξύ των οποίων ο Ορέστης Μακρής, η Μαρίκα Νέζερ, ο Φώτης Αργυρόπουλος κ.ά.
Τότε υπέγραψε συμβόλαιο 10.000 δραχμών το μήνα, αστρονομικό για την εποχή εκείνη για έναν τραγουδιστή και για μία θεατρική περίοδο. Σημειώνεται μάλιστα ότι στη παράσταση αυτή ο Πολ Νορ την βάπτησε καλλιτεχνικά Σοφία Βέμπο (αντί Έφη Μπέμπο). Από εκείνη την πρώτη παράσταση η καλλιτεχνική εξέλιξη της Σοφίας Βέμπο πλέον, υπήρξε έντονα αλματώδης.


Προπολεμική καριέρα 
Η πρώτη αυτή μεγάλη αναγνώριση της Σοφίας Βέμπο στο "Αθηναϊκό κοινό" προκάλεσε την ανανέωση του συμβολαίου της και την εμφάνισή της σε δύο θέατρα, στο "Κεντρικόν" και το "Μουντιάλ". Η φήμη της όμως έφθασε στην Αίγυπτο όπου η Βέμπο ανταποκρινόμενη στη πρόσκληση εμφανίζεται στο "Γκραν Τριανόν" της Αλεξάνδρειας σημειώνοντας και εκεί τεράστια επιτυχία. Επιστρέφοντας, το 1934 συνεχίζει τις παραστάσεις της στο θερινό θέατρο του Σαμαρτζή επί της οδού Καρόλου με νέα τραγούδια που γράφονται γι΄ αυτήν και που γίνονται αμέσως επιτυχίες όπως τα "Μαύρα μου μάτια", "Μη ζητάς φιλιά", ενώ μαζί της εμφανίζεται και η αδελφή της Αλίκη.
Η πρώτη ηχογράφηση τραγουδιών της Βέμπο έγιναν στην εταιρεία Παρλοφόν, μετά την αρχική άρνηση του Α. Βιτάλη, υπεύθυνου της εταιρείας Κολούμπια, με το αιτιολογικό ότι η φωνή της Βέμπο ξέφευγε από το καθιερωμένο τότε στυλ της λετζέρα σοπράνο. Όταν όμως αντελήφθη πόσο λάθος είχε από την μεγάλη επιτυχία που σημείωσε το "Μη ζητάς φιλιά" έσπευσε αμέσως στη Βέμπο και σύναψε συμβόλαιο μεγάλης περιόδου. Έτσι όλα τα επόμενα τραγούδια τα ηχογραφούσε η Κολούμπια σε δίσκους των 78 στροφών με πρώτο το "Σ΄ αγαπώ", (των Κ. Νικολαΐδη και Κ. Γιαννίδη), που είχε ομοίως τεράστια επιτυχία. Το ίδιο έτος (1934) ακολούθησε και το τραγούδι "Για το φιλί σου το στερνό".

Το 1935 η Βέμπο τραγουδά το "Ας πεθάνω" του οποίου οι στίχοι ήταν δικοί της, που υπήρξε νέα μεγάλη επιτυχία. Τότε και επιστρατεύτηκαν όλοι σχεδόν οι στιχουργοί να της γράφουν τραγούδια με πρώτο τον Κώστα Γιαννίδη και συνθέτη τον Σογιούλ. Έτσι αυτό το έτος ακολουθούν τα τραγούδια "Αφήστε με να πιω", (στίχοι και μουσική Κ. Γιαννίδη), "Να γιατί ακόμα σ΄ αγαπώ", (επίσης στίχοι και μουσική Κ. Γιαννίδη), "Δεν έχεις τίποτα, μα έχεις κάτι" (των Ν. Νικολαΐδη και Ν. Ντ-Άτζελι), και το "Κι αν μ΄ αγαπάς μη μου το πεις".

Το 1936 νέες επιτυχίες της Βέμπο που τραγουδά όλη η Αθήνα είναι "Συγνώμη σου ζητώ συγχώρεσέ με" και το "Κάτι με τραβά κοντά σου", (των Αιμ. Σαββίδη, Γαϊτάνου και Μ. Σογιούλ).
Το 1937 αποτελεί σταθμό στη καριέρα της Βέμπο. Εκτός της ηχογράφησης των νέων της τραγουδιών "Για μια Γυναίκα" και "Αντίο" το Φθινόπωρο μεταβαίνει μετά από πρόσκληση, για δεύτερη φορά στην Αίγυπτο, προκειμένου να επανεμφανιστεί στο "Γκράν Τριανόν" της Αλεξάνδρειας. Κατά την διάρκεια των εκεί παραστάσεων της η Βέμπο δέχεται την πρόταση του κινηματογραφιστή παραγωγού Τόγκο Μιζράχι, με τον οποίο υπογράφει συμβόλαιο και συμμετέχει στη ταινία «Προσφυγοπούλα». Τον ίδιο ακριβώς χρόνο του συμβολαίου ο Ν. Παπαδόπουλος, των κινηματογραφικών γραφείων Σαντίγκου έλαβε άμεση παραγγελία από Αμερική για επείγουσα πραγματοποίηση στην Αθήνα ενός κινηματογραφικού «σορτς» στο οποίο να τραγουδά απαραίτητα η δημοφιλής ντιζέζ δις Σοφία Βέμπο προκειμένου να συμπεριληφθεί στη νέα σαιζόν των αμερικανικών κινηματογράφων περιοχών που διαμένουν Έλληνες. Η Βέμπο πιστή στα συμβόλαιά της δήλωσε στον Παπαδόπουλο τη δέσμευση του συμβολαίου της οπότε θα έπρεπε να ζητήσει την άδεια από τον Μιζράχι.
Το 1938 χαρακτηρίστηκε χρυσή χρονιά της Σοφίας Βέμπο. Κατά την επιστροφή της από την Αίγυπτο στις 15 Φεβρουαρίου 1938 παραμένει στον Πειραιά για δύο μέρες προκειμένου κατά ευτυχή σύμπτωση να συναντήσει τον χρηματοδότη του Μιζράχι, τον Μπέχα που κατευθυνόταν με πλοίο προς Ιταλία και που θα προσέγγιζε στον Πειραιά. Τελικά η συνάντηση έγινε, παρουσία του Παπαδόπουλου, η άδεια δόθηκε πλην όμως το γύρισμα του σορτς με πλάνα από τον εθνικό κήπο, και από τον λόφο Νυμφών με θέα την Ακρόπολη ξεκίνησε μετά την επιστροφή της Βέμπο από την Κωνσταντινούπολη όπου κατόπιν πρόσκλησης εμφανίσθηκε στο κοσμικό θέατρο Μαξίμ με τεράστια και εκεί επιτυχία.
Παράλληλα, οι δισκογραφικές επιτυχίες της Σ. Βέμπο το έτος αυτό είναι εκπληκτικές. Η Εταιρεία Κολούμπια στο νέο συμβόλαιο της μεταβιβάζει το 10% των κερδών από την πώληση του κάθε δίσκου της, γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά, ενώ όλοι οι άλλοι πληρώνονταν κατ΄ αποκοπή (μεροκάματο) για κάθε δισκογραφία. Το Καλοκαίρι του 1938 στο θέατρο Σαμαρτζή που έχει ανεβάσει την επιθεώρηση «Σιρουέτα» η Βέμπο τραγουδά το "Κάποιο μυστικό" και το "Κλαις" σε στίχους Κοφινιώτη και μουσική Λεό Ράπτη, των οποίων ακολούθησε η σούπερ επιτυχία "Ζεχρά", σε στίχους Αιμ. Σαββίδη και σε μουσική Σογιούλ που κυριολεκτικά χάλασε κόσμο. Ακολούθησαν το «Θα σε περιμένω», το βουκολικό "Διαμαντούλα" του Θ. Σακελλαρίδη και το "Άσε τον παλιόκοσμο να λέει" των Α. Σακελάριου και Μ. Σογιούλ. Το Καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς εγκαθίσταται ραδιοφωνική κεραία στο Ζάππειο, στην Αθήνα, όπου τα τραγούδια της Βέμπο αποτελούν την πρώτη πειραματική μετάδοση. Τα Χριστούγεννα του 1938 την παραμονή, η Σοφία Βέμπο τραγουδά στο μεγάλο ρεβεγιόν του «Σαντεκλαίρ» στην Κύπρο.

Το 1939 η Σοφία Βέμπο έχει ήδη καταξιωθεί ως η πρώτη τραγουδίστρια του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού. Το κινηματογραφικό «σορτς» που γυρίστηκε το προηγούμενο έτος με τον τίτλο «Η Ελλάς του 1938 ομιλεί», όπου στη κυριολεξία ήταν ένα ζουρνάλ και που συμμετείχε με δύο τραγούδια σπάει κυριολεκτικά τα ταμεία των αμερικανικών κινηματογράφων ενώ ζητούνται κόπιες στη Λατινική Αμερική. Σημειώνεται ότι την φωνοληψία της ταινίας αυτής είχε επιμεληθεί η ελληνική εταιρεία M. NOVAK Co.

Στο μεταξύ οι θεατρικές της παρουσιάσεις με νέες δισκογραφικές επιτυχίες συνεχίζονται, αρχικά στο θέατρο Σαμαρτζή με τα τραγούδια "Πόσο λυπάμαι" (των Β. Σπυρόπουλου και Κ. Γιαννίδη) και "Την αλήθεια να μου πεις", ενώ το Καλοκαίρι συνεχίζοντας στο θέατρο Μουντιάλ τραγουδά τα δύο ταγκό "Στην ακρογιαλιά" και το "Χειμώνας", που και τα δύο έγινα επιτυχίες. Παραμονές των Χριστουγέννων του 1939 η Βέμπο βρίσκεται στο απόγειό της, όταν στην επιθεώρηση «Νάνι – νάνι» τραγουδά το ομώνυμο τραγούδι το ρεφραίν του οποίου άφηνε με τον χρωματισμό της φωνής της υπονοούμενα, σημειώνοντας εξαιρετική επιτυχία. Λίγο πριν το τέλος του έτους η Βέμπο είχε γνωριστεί με τον μεγάλο συνθέτη μουσικής τζαζ, Απόστολο Μοσχούτη του οποίου σύνθεση ήταν το τραγούδι "Δυο λουλούδια σε μιαν άκρη".
Το 1940 ανέτειλε με τα σύννεφα του πολέμου, πολλές χώρες ήδη έχουν καταληφθεί από τις δυνάμεις του άξονα. Στην Ελλάδα σημειώνονται οι πρώτες παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου από ιταλικά αεροπλάνα. Τον Ιανουάριο στο θέατρο Μουντιάλ έχει ανέβει η επιθεώρηση «Παύσατε πυρ» όπου η Σ. Βέμπο τραγουδά τη νέα της επιτυχία «Το καινούργιο φεγγάρι» (των Α. Σακελάριου και Γ. Κυπαρίσση) . Στην επιθεώρηση εκείνη η Σ. Βέμπο γνώρισε και τη Γεωργία Βασιλειάδου όπου και της υποσχέθηκε να τη βοηθήσει διαβλέποντας το ταλέντο της. Λίγο αργότερα το τραγούδι «Ψαροπούλα», (των Χ. Γιαννακόπουλου και Χ. Χαιρόπουλου), γίνεται η νέα μεγάλη επιτυχία. Το Καλοκαίρι ανεβαίνει η επιθεώρηση «Βραδινές τρέλες» στην οποία η Βέμπο τραγουδά το υπέροχο βαλς «Το πρωί με ξυπνάς με φιλιά» (των Χ. Γιαννακόπουλου και Γ. Κυπαρίσση). Στο μεταξύ η Σ. Βέμπο αναζητούσε τραγούδι με τοπικό ιδίωμα της ελληνικής υπαίθρου, στο αίτημά της αυτό έσπευσαν κάποιοι με διάφορα δημοτικά της εποχής πλην όμως η ίδια επέλεξε τελικά ένα από την περιοχή της που φέρεται να τραγουδούσε παλαιότερα η μητέρα της συμπληρώνοντας η ίδια κάποιους στίχους με τη βοήθεια του Μοσχούτη. Ήταν το τραγούδι «Στ΄ Λάρισς΄ βγαίν΄ ο αυγερινός». Όταν η Βέμπο το ολοκλήρωσε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό, ίσως και από φόρτο αναμνήσεων το έδωσε στον Κ. Γιαννίδη, λίγο για να το παίξει σε πρόβα, εκείνος διαβάζοντάς το αρνήθηκε έντονα λέγοντάς της:
-Είσαι καλά Σοφία μου που θα παίξω εγώ αυτό το βλαχοτράγουδο; Παραιτούμαι!
Μετά όμως από την επιμονή της Σοφίας και του θεατρικού επιχειρηματία Α. Μακέδου τελικά ο Κ. Γιαννίδης με κρύα καρδιά άρχισε να το παίζει. Στη πρώτη παράσταση που ακολούθησε έγινε χαλασμός. Το θεατρικό κοινό τέσσερις φορές (μπιζ) υποχρέωσε τη Σοφία Βέμπο να επανέλθει στη σκηνή. Όταν μετά την παράσταση εκείνη ρώτησε ο επιχειρηματίας τον Κ. Γιαννίδη τη γνώμη του, εκείνος απάντησε:
- «Μα δεν είδατε; Μας το τραγούδησε με σκέρτσα που δεν την έφτανε ο χώρος της σκηνής, μας το τραγούδησε ακουμπισμένη στο πιάνο, μας το τραγούδησε ακουμπισμένη πάνω στη κουΐντα, μας το τραγούδησε με την πλάτη στο κοινό, μόνο ανάσκελα που δεν μας το τραγούδησε!
Σημειώνεται ότι το ίδιο ακριβώς συνέβη αργότερα και με το τραγούδι «Ανακασιά».
Στις 28 Οκτωβρίου του 1940 στις 10.00 ώρα που θα συνέχιζε το ραδιοφωνικό πρόγραμμα του Ζαππείου με αναμετάδοση τραγουδιών της Σ. Βέμπο, ο εκφωνητής Κώστας Σταυρόπουλος διακόπτει τη ροή του προγράμματος και προβαίνει στην ιστορική εκείνη ανακοίνωση της επίθεσης των ιταλικών δυνάμεων κατά της Ελλάδας και την άμυνα των ημετέρων. Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος είχε αρχίσει.


Η Βέμπο στον πόλεμο 
Η έκρηξη στην καριέρα της ήρθε με την κήρυξη του πολέμου στις 28 Οκτωβρίου 1940. Τότε όλες οι επιθεωρήσεις προσαρμόζουν το θέμα τους στην πολεμική επικαιρότητα και τα τραγούδια επανεγγράφονται με πατριωτικούς στίχους. Η Βέμπο τραγουδά σατιρικά και πολεμικά τραγούδια και η φωνή της γίνεται η εθνική φωνή που εμψυχώνει τους Έλληνες στρατιώτες στο μέτωπο και συγκλονίζει το πανελλήνιο. Την ίδια εποχή σε μία συμβολική πράξη προσφέρει στο Ελληνικό Ναυτικό 2000 χρυσές λίρες. Με την είσοδο των ναζιστικών στρατευμάτων στην Αθήνα φυγαδεύεται στη Μέση Ανατολή όπου συνεχίζει να τραγουδά για τα εκεί ελληνικά και συμμαχικά στρατεύματα.


Μεταπολεμικές επιτυχίες 
Το 1949 απόκτησε δική της θεατρική στέγη στο Μεταξουργείο, το "Θέατρον Βέμπο". Μετά από μακροχρόνιο δεσμό με το Μίμη Τραϊφόρο παντρεύτηκαν τελικά το 1957, ένας δεσμός πολυκύμαντος που διήρκεσε μέχρι το θάνατό της και υπήρξε καταλυτικός για τη μεγάλη ερμηνεύτρια. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60 αραιώνει τις θεατρικές εμφανίσεις της, τις οποίες σταματά οριστικά στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Τη βραδιά του "Πολυτεχνείου" η Βέμπο ανοίγει το σπίτι της και κρύβει φοιτητές τους οποίους αρνείται να παραδώσει όταν η ασφάλεια χτυπά την πόρτα της. Η εμφάνισή της στη εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Καλλιμάρμαρο για την επάνοδο της Δημοκρατίας, τραγουδώντας:/ Παιδιά της Ελλάδος παιδιά και τα τανκς γονατήσαν κείνη τη βραδιά..., ήρθε να απαλύνει τις θλιβερές εντυπώσεις από την παρουσία της πάνω στα κακόγουστα άρματα στις φιέστες των συνταγματαρχών λίγα χρόνια πριν στον ίδιο χώρο Πέθανε από εγκεφαλικό επεισόδιο στις 11 Μαρτίου του 1978 και η κηδεία της μετατράπηκε σε ένα πάνδημο συλλαλητήριο. Η Τραγουδίστρια της Νίκης αποθεώνεται εκείνη τη μέρα από τον ελληνικό λαό που τη θεωρούσε ηρωίδα του.

11 Μαρτίου 1955: πεθαίνει ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ, σκοτσέζος βιολόγος και φαρμακολόγος, που ανακάλυψε την πενικιλίνη.


Ο Σερ Αλεξάντερ Φλέμινγκ (Alexander Fleming, 6 Αυγούστου 1881 – 11 Μαρτίου 1955) ήταν ένας Σκωτσέζος βιολόγος και φαρμακολόγος, που ασχολήθηκε ερευνητικά με τη Βακτηριολογία, την Ανοσολογία και τη Χημειοθεραπεία. Είναι πολύ γνωστός για την ανακάλυψη του πρώτου αντιβιοτικού, της πενικιλλίνης, το 1928, για την οποία και πήρε το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1945 μαζί με τους Φλόρεϋ και Τσέιν. Μια άλλη σημαντική ανακάλυψή του είναι αυτή του ενζύμου λυσοζύμης, το 1922.


Τα πρώτα χρόνια 
Ο Φλέμινγκ γεννήθηκε στο αγρόκτημα Lochfield, κοντά στο Ντάρβελ του Ανατολικού Άυρσαιρ, στη Σκωτία. Υπήρξε το τρίτο από τα 4 παιδιά του Χιού Φλέμινγκ (Hugh Fleming, 1816 – 1888) εκ του δεύτερου γάμου του. Μητέρα του ήταν η Γκρέις Μόρτον (Grace Stirling Morton, 1848 – 1928), κόρη ενός γείτονα κτηματία. Ο Χιού Φλέμινγκ είχε άλλα 4 παιδιά από τον πρώτο του γάμο, ενώ ο ίδιος ήταν 59 ετών όταν πήρε τη δεύτερη σύζυγό του και πέθανε όταν ο Αλεξάντερ (γνωστός ως Alex) ήταν μόλις επτά ετών.
Ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ παρακολούθησε για δύο χρόνια την Ακαδημία του Kilmarnock. Αφού δούλεψε σε ένα ναυτιλιακό γραφείο επί τέσσερα χρόνια, ο εικοσάχρονος Φλέμινγκ κληρονόμησε ένα θείο του, τον Τζων Φλέμινγκ. (Για την ιστορία ότι ο πατέρας του έσωσε ένα παιδί, βλ. την ενότητα Προσωπικές ιστορίες). Ο μεγαλύτερος αδελφός του, ο Τομ, είχε ήδη σπουδάσει Ιατρική και συνέστησε στον Αλεξάντερ να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Το 1901 λοιπόν ο Αλεξάντερ εγγράφηκε στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ του Λονδίνου. Κέρδισε την εισαγωγή του στην Ιατρική Σχολή με διάκριση το 1906, οπότε είχε την επιλογή να γίνει χειρουργός.
Ο Φλέμινγκ ωστόσο ήταν και μέλος λέσχης σκοποβολής. Ο επικεφαλής της λέσχης, θέλοντας να κρατήσει τον Φλέμινγκ στην ομάδα, του συνέστησε να ακολουθήσει το τμήμα ερευνών στο Σαιν Μαίρυ, όπου έγινε βοηθός βακτηριολόγου στον Σερ Άλμροθ Ράιτ, έναν πρωτοπόρο στη θεραπεία με εμβόλια και στην Ανοσολογία. Ο Αλεξάντερ πήρε πτυχίο με «Χρυσό Μετάλλιο» το 1908 και έμεινε ως επιμελητής στο Σαιν Μαίρυ ως το 1914. Στις 23 Δεκεμβρίου 1915 ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ πήρε ως σύζυγό του μια νοσοκόμα, τη Σάρα Μάριον Μάκελροϋ (Sarah Marion McElroy), από το Κιλάλα της Ιρλανδίας, η οποία πέθανε το 1949. Το μόνο παιδί τους, ο Ρόμπερτ, έγινε παθολόγος. Μετά τον θάνατο της Σάρα, ο Φλέμινγκ έκανε δεύτερο γάμο με την Ελληνίδα δρα. Αμαλία Κουτσουρή-Βουρέκα, συνάδελφό του στο Σαιν Μαίρυ, στις 9 Απριλίου 1953. Η Αμαλία έζησε 31 χρόνια μετά τον θάνατο του Φλέμινγκ.
Σε όλη τη διάρκεια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου ο Φλέμινγκ υπηρέτησε ως λοχαγός του Υγειονομικού Σώματος του Βασιλικού Στρατού (Royal Army Medical Corps), απασχολούμενος και σε ιατρεία στο πεδίο της μάχης στο Δυτικό Μέτωπο, στη Γαλλία. Το 1918 επέστρεψε στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ, στην Ιατρική Σχολή. Εκλέχθηκε Καθηγητής της Βακτηριολογίας εκεί το 1928.


Ερευνητικό έργο
Κατά τον Μεσοπόλεμο, ο Φλέμινγκ ερεύνησε για αντιβακτηριακούς παράγοντες, έχοντας ζήσει πολλούς θανάτους στρατιωτών από σηψαιμία από πληγές που μολύνθηκαν. Δυστυχώς τα αντισηπτικά εξουδετέρωναν το ανοσοποιητικό σύστημα των ασθενών αποτελεσματικότερα από ό,τι τα εισβάλλοντα βακτήρια. Σε ένα άρθρο που υπέβαλε στο ιατρικό περιοδικό The Lancet κατά τον Α΄ Παγκ. Πόλεμο, ο Φλέμινγκ περιέγραψε ένα έξυπνο πείραμα που μπόρεσε να πραγματοποιήσει χάρη στις δικές του υαλουργικές γνώσεις. Εξηγούσε στο άρθρο αυτό γιατί τα αντισηπτικά σκότωναν στην πραγματικότητα περισσότερους στρατιώτες από ό,τι οι ίδιες οι μολύνσεις στον πόλεμο. Τα αντισηπτικά επέφεραν τον θάνατο των μικροβίων στην επιφάνεια, αλλά τα βαθιά τραύματα έτειναν να προφυλάσσουν τα αναερόβια βακτήρια από την αντισηπτική ουσία, ενώ τα αντισηπτικά φαινόταν ότι εξουδετέρωναν ευεργετικές ουσίες που προστάτευαν τους ασθενείς σε αυτές τις περιπτώσεις. Ο Σερ Άλμροθ Ράιτ υπεστήριξε ισχυρώς τα ευρήματα του Φλέμινγκ, αλλά παρόλα αυτά οι περισσότεροι στρατιωτικοί ιατροί κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκ. Πολέμου συνέχισαν να χρησιμοποιούν αντισηπτικά, ακόμα και όταν αυτό χειροτέρευε εμφανώς την κατάσταση των ασθενών.

«Ξυπνώντας το ξημέρωμα της 28ης Σεπτεμβρίου 1928, ασφαλώς δε σχεδίαζα να φέρω επανάσταση σε όλη την Ιατρική ανακαλύπτοντας το πρώτο αντιβιοτικό, φονιά δηλαδή βακτηρίων», θα έγραφε αργότερα ο Φλέμινγκ, «αλλά καταλαβαίνω ότι αυτό ακριβώς έκανα τότε»

Το 1928 ο Φλέμινγκ ερευνούσε τις ιδιότητες των σταφυλόκοκκων. Είχε ήδη κάποια φήμη από τις προηγούμενες έρευνές του, ως ευφυούς ερευνητή αλλά και απρόσεκτου τεχνικού εργαστηρίου: συχνά ξεχνούσε τις καλλιέργειες μικροβίων πάνω στις οποίες εργαζόταν και γενικώς το εργαστήριό του ήταν συνήθως πολύ ακατάστατο. Αφού επέστρεψε από διακοπές, ο Φλέμινγκ πρόσεξε ότι πολλά από τα δισκία μικροβιακών καλλιεργειών είχαν μολυνθεί από ένα μύκητα (κοινώς: είχαν μουχλιάσει) και τα έρριξε σε δοχείο με απορρυπαντικό. Αλλά στη συνέχεια χρειάστηκε να δείξει σε έναν επισκέπτη τι ερευνούσε, κι έτσι ανέσυρε κάποια από τα δισκία που δεν είχαν βυθισθεί στο απορρυπαντικό. Τότε πρόσεξε μία ζώνη γύρω από τη μούχλα που ήταν ελεύθερη (φαινομενικά τουλάχιστον) από βακτήρια. Αυτό θα πρέπει να συνέβαινε αν η μούχλα παρήγαγε κάποια βακτηριοκτόνο ουσία. Ο Φλέμινγκ απεμόνωσε ένα δείγμα από τη μούχλα, το ταυτοποίησε σωστά ως μύκητα του γένους πενικίλλιο και για τον λόγο αυτό ονόμασε τη νέα ουσία πενικιλλίνη.

Ο Φλέμινγκ διερεύνησε τη βακτηριοκτόνο δράση της πενικιλλίνης σε πολλούς μικροοργανισμούς. Βρήκε ότι επηρέαζε βακτήρια όπως οι σταφυλόκοκκοι και γενικά όλα τα «Θετικά κατά Γκραμ» παθογόνα (μικρόβιο της οστρακιάς, πνευμονιόκοκκος, μηνιγγιτιδόκοκκος, διφθερίτιδα), αλλά όχι τα μικρόβια του τυφοειδούς ή του παρατυφοειδούς πυρετού, για τον οποίο αναζητούσε μια θεραπεία εκείνη την εποχή. Επίσης επηρέαζε τη γονόρροια, παρότι αυτή προκαλείται από έναν «Αρνητικό κατά Γκραμ» μικροοργανισμό.

Ο Φλέμινγκ δημοσίευσε την ανακάλυψή του το 1929 στο Βρετανικό Περιοδικό Πειραματικής Παθολογίας (British Journal of Experimental Pathology), χωρίς να προκαλέσει ιδιαίτερη προσοχή. Ο Φλέμινγκ συνέχισε τις έρευνές του, αλλά συνειδητοποίησε ότι η καλλιέργεια του πενικιλλίου ήταν αρκετά δύσκολη και ότι στη συνέχεια ήταν ακόμα δυσκολότερο να απομονώσει την αντιβιοτική ουσία από τη μούχλα. Η προσωπική του εντύπωση ήταν ότι εξαιτίας του προβλήματος της παραγωγής της σε μεγάλη ποσότητα και της βραδείας της δράσεως, η πενικιλλίνη δεν θα ήταν σημαντική στην καταπολέμηση των μολύνσεων. Ο Φλέμινγκ ήταν επίσης πεισμένος ότι η πενικιλλίνη δεν θα παρέμενε αρκετά μέσα στο ανθρώπινο σώμα (in vivo) ώστε να σκοτώσει σε αποτελεσματικό βαθμό μικρόβια. Πολλές κλινικές δοκιμές της δεν έδωσαν σαφή αποτελέσματα, ίσως επειδή τη χρησιμοποιούσαν ωε επιφανειακό αντισηπτικό. Κατά τη δεκαετία του 1930 οι δοκιμές του Φλέμινγκ έδωσαν σε κάποιες περιπτώσεις πιο ενθαρρυντικά αποτελέσματα — ο Keith Bernard Rogers, συνεργάτης του Φλέμινγκ, θεραπεύθηκε με πενικιλλίνη κατά τη διάρκεια των ερευνών τους — και συνέχισε ως το 1940 να προσπαθεί να κινήσει το ενδιαφέρον κάποιου χημικού αρκετά ικανού ώστε να παραγάγει χρησιμοποιήσιμη ποσότητα καθαρής πενικιλλίνης.

Ωστόσο, ο Φλέμινγκ εγκατέλειψε τις έρευνες σχετικά με την πενικιλλίνη, λίγο πριν οι Φλόρεϊ και Τσέιν αναλάβουν την έρευνα και τη μαζική παραγωγή της με κονδύλια της αμερικανικής και της βρετανικής κυβερνήσεως. Η έναρξη της μαζικής παραγωγής έγινε μετά τον Βομβαρδισμό του Περλ Χάρμπορ. Κατά την Απόβαση της Νορμανδίας είχαν παρασκευάσει αρκετή πενικιλλίνη για τις ανάγκες όλων των τραυματιών των συμμαχικών δυνάμεων.

Ο Ερνστ Τσέιν βρήκε τον τρόπο να απομονώνει και να συγκεντρώνει την πενικιλλίνη, καθώς και τη μοριακή της δομή. Λίγο μετά τη δημοσίευση των πρώτων αποτελεσμάτων της ομάδας το 1940, ο Φλέμινγκ τηλεφώνησε στον Χάουαρντ Φλόρεϋ, τον επικεφαλής του τμήματος του Τσέιν, για να τον πληροφορήσει ότι θα τους επισκεπτόταν σε λίγες ημέρες. Ακούγοντας ο Τσέιν για τον ερχομό του Φλέμινγκ, είπε «Θεέ μου! Νόμιζα ότι είχε πεθάνει».
Ο Νόρμαν Χήτλεϋ πρότεινε την επαναφορά της δραστικής πενικιλλίνης στο νερό μεταβάλλοντας την οξύτητά της. Αυτή η διαδικασία παρήγαγε αρκετή ποσότητά της ώστε να αρχίσουν να τη δοκιμάζουν σε ζώα.

Ο Σερ Χένρυ Χάρρις συνόψισε το 1998: «Χωρίς τον Φλέμινγκ δεν θα υπήρχε Τσέιν. Χωρίς τον Τσέιν δεν θα υπήρχε Φλόρεϋ. Χωρίς τον Φλόρεϋ δεν θα υπήρχε Χήτλεϋ. Και χωρίς τον Χήτλεϋ δεν θα είχαμε την πενικιλλίνη». Υπήρχαν και πολλοί άλλοι ερευνητές στην ομάδα της Οξφόρδης, και σε κάποιο στάδιο ολόκληρη η Σχολή Dunn ήταν απασχολημένη με την παραγωγή της.
Αφού η ομάδα είχε βρει μία μέθοδο καθαρισμού της πενικιλλίνης σε μία αποτελεσματική πρώτη σταθερή μορφή το 1940, ακολούθησαν αρκετές κλινικές δοκιμές και η εκπληκτική τους επιτυχία ώθησε την ερευνητική ομάδα να αναπτύξει μεθόδους μαζικής παραγωγής και μαζικής διανομής το 1945.

Η τυχαία ανακάλυψη του Φλέμινγκ και η απομόνωση της πενικιλλίνης τον Σεπτέμβριο 1928 σημάδεψε την έναρξη μιας νέας εποχής στην Ιατρική, της εποχής των αντιβιοτικών.
Ο Φλέμινγκ ανακάλυψε επίσης από πολύ νωρίς ότι τα βακτήρια ανέπτυσσαν αντοχή στα αντιβιοτικά όποτε η δόση της πενικιλλίνης ήταν πολύ μικρή ή η χρήση της ήταν χρονικά περιορισμένη. Ο Φλέμινγκ συνιστούσε προσοχή στη χρήση της πενικιλλίνης όταν έδινε διαλέξεις σε πολλές χώρες της Γης. Προειδοποιούσε να μη χρησιμοποιείται το αντιβιοτικό παρά μόνο όταν υπήρχε ορθά διαγνωσμένη αιτία, και όταν χρησιμοποιείται να χορηγείται σε αρκετή ποσότητα και επί αρκετό χρονικό διάστημα, γιατί αλλιώς δίνεται η ευκαιρία στα βακτηρίδια να αναπτύξουν ανθεκτικά στελέχη τους ως προς το συγκεκριμένο φάρμακο.

Θάνατος και κληρονομιά
Ο Φλέμινγκ πέθανε το ξαφνικά στο σπίτι του στο Λονδίνο από καρδιακή προσβολή. Η σορός του αποτεφρώθηκε και οι στάχτες του ενταφιάσθηκαν στον Καθεδρικό του Αγ. Παύλου μία εβδομάδα αργότερα. Ο Φλέμινγκ ήταν Ρωμαιοκαθολικός.
Ο Φλέμινγκ ήταν μετριόφρονας ως προς τον ρόλο του στην ανάπτυξη της πενικιλλίνης, περιγράφοντας τη δόξα του ως τον «Μύθο Φλέμινγκ» (the "Fleming Myth"), και επαινούσε τους Φλόρεϋ και Τσέιν για τη μετατροπή μιας «εργαστηριακής περιέργειας» σε ένα πρακτικά χρήσιμο φάρμακο. Ο Φλέμινγκ υπήρξε ο πρώτος που κατόρθωσε να απομονώσει τη δραστική ουσία, γι' αυτό εξάλλου και την ονόμασε («πενικιλλίνη»). Επίσης συντηρούσε, καλλιεργούσε και διένεμε τον μύκητα επί 12 χρόνια, συνεχίζοντας μέχρι το 1940 να προσπαθεί να κινήσει το ενδιαφέρον οποιουδήποτε χημικού αρκετά ικανού ώστε να παραγάγει χρησιμοποιήσιμη ποσότητα καθαρής πενικιλλίνης.

Τιμητικές διακρίσεις και βραβεία 
Το εργαστήριο στο Νοσοκομείο Σαιν Μαίρυ όπου ο Φλέμινγκ ανεκάλυψε την πενικιλλίνη στεγάζει σήμερα το «Μουσείο Φλέμινγκ».
Οι Φλέμινγκ, Φλόρεϋ και Τσέιν μοιράσθηκαν το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1945. Σύμφωνα με τους κανόνες της Επιτροπής Νόμπελ, το πολύ τρία φυσικά πρόσωπα μπορούν να μοιρασθούν το βραβείο. Το σχετικό μετάλλιο που δόθηκε τότε στον Φλέμινγκ αποκτήθηκε από τα Εθνικά Μουσεία της Σκωτίας το 1989 και θα αρχίσει να εκτίθεται στο κοινό στο Βασιλικό Μουσείο όταν αυτό ξανανοίξει το 2011.
Ο Φλέμινγκ τιμήθηκε με την προσφορά σε αυτόν της «Χαντεριανής έδρας» ("Hunterian Professorship") από το Royal College of Surgeons της Αγγλίας.

Ο Φλέμινγκ έγινε «ιππότης» (Σερ) το 1944.

Η ανακάλυψη του πρώτου αντιβιοτικού (της πενικιλλίνης) κατατάχθηκε ως η σημαντικότερη ανακάλυψη της χιλιετίας όταν πλησίαζε το έτος 2000 από τρία μεγάλα σουηδικά περιοδικά, όπως το Nyteknik. Είναι αδύνατο να βρεθεί πόσες ακριβώς ανθρώπινες ζωές έχουν σωθεί από αυτή την ανακάλυψη, αλλά κάποια από αυτά τα περιοδικά τις εκτίμησαν προσεγγιστικά σε 200 εκατομμύρια.

11 Μαρτίου 1669: Η Αίτνα εκρήγνυται, προκαλώντας το θάνατο 17.000 ανθρώπων.



Μια μέρα σαν και αυτή το 1669, το ηφαίστειο της Αίτνας που δεσπόζει στην Σικελίαm αρχίζει να εκρήγνυται εκτοξεύοντας λάβα, καπνό και πέτρες για εβδομάδες σκεπάζοντας το μεγαλύτερο μέρος του νησιού και προκαλώντας τον θάνατο περισσοτέρων από 20.000 ανθρώπων. Τα περισσότερα από τα θύματα θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν εγκατέλειπαν το νησί, όμως έμειναν σε μια απέλπιδα προσπάθεια να σώσουν την πόλη τους.

Το ηφαίστειο της Αίτνας με υψόμετρο 3.350 μέτρα, περιοδικά για χιλιάδες χρόνια εκτόξευε καπνό και λάβα. Η πρώτη του μεγάλη έκρηξη που υπάρχει στα ιστορικά αρχεία χρονολογείται από το 475 π.Χ. Είναι το πιο ενεργό ηφαίστειο της Ευρώπης και το πιο θανατηφόρο. Η έκρηξη του το 1169 είχε προκαλέσει και πάλι τεράστια ανθρώπινες απώλειες, με περισσότερους από 15.000 ανθρώπους να χάνουν την ζωή τους από τους καπνούς, την λάβα και τις κατολισθήσεις.

Παρά το γεγονός πως θεωρείται μια ωρολογιακή βόμβα που ανα πάσα στιγμή μπορεί να εκραγεί, το γόνιμο έδαφος στις πλαγιές του βουνού οδήγησε στην δημιουργία πολλών μικρών χωριών στους πρόποδες του. Εκείνη την χρονιά του 1669, στις 8 Μαρτίου, το ηφαίστειο άρχισε να στέλνει τα δυσοίωνα μηνύματα του καθώς καπνός έβγαινε από τους κρατήρες του, όμως οι κάτοικοι τα αγνόησαν.

Τρείς μέρες αργότερα σημειωνόταν μια μεγάλη έκρηξη του ηφαιστείου. 3000 άνθρωποι που ζούσαν στις πλαγιές του βουνού πέθαναν από ασφυξία. . Η στάχτη και η λάβα ολοκλήρωσαν την καταστροφή καθώς σκέπασαν ολόκληρη την περιοχή σε ακτίνα 100 μιλίων.

Το πύρινο ποτάμι της λάβας κατευθύνθηκε στην πόλη Κατάνια, που βρισκόταν μόλις 18 μίλια από την θάλασσα. Εκείνη την εποχή στην πόλη ζούσαν 20.000 κάτοικοι. Οι περισσότεροι δεν κατάφεραν να διαφύγουν. Σε μια απέλπιδα προσπάθεια οι κάτοικοι οργάνωσαν μια επιχείρηση για να διακόψουν την ροή της λάβας προς την πόλη τους. Για εβδομάδες πολεμούσαν με το φυσικό φαινόμενο όμως τελικά η λάβα έφτασε στην πόλη, έλιωσε τα αρχαία εξωτερικά της τείχη και 17.000 άνθρωποι αβοήθητοι έβρισκαν τραγικό θάνατο…