Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

17 Φεβρουαρίου 1985: Πρόεδρος της ΕΔΑ εκλέγεται ο Μανόλης Γλέζος

Η Ενιαία Δημοκρατική Αριστερά (Ε.Δ.Α.) ήταν ελληνικό πολιτικό κόμμα που έδρασε κυρίως την περίοδο 1951-1974 (με διακοπή λειτουργίας κατά τη διάρκεια της επταετίας). Ήταν το μεγαλύτερο νόμιμο κόμμα της Αριστεράς την περίοδο εκείνη με σημαντική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Μετά τη μεταπολίτευση επανήλθε χωρίς όμως τη δυναμική του παρελθόντος, για να διαλυθεί οριστικά μετά το 1985.

Ίδρυση
Η ΕΔΑ ιδρύθηκε σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση στις 3 Αυγούστου του 1951 σαν συνασπισμός κομμάτων της αριστεράς, με την πρωτοβουλία του εκτός νόμου τότε τελούντος Κ.Κ.Ε., με πρόεδρο τον Ιωάννη Πασαλίδη.
Την ιδρυτική διακήρυξή της υπέγραψαν μικρά αριστερά κόμματα που ήταν νόμιμα εκείνη την περίοδο: το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας του Ι. Πασαλίδη, ο Δημοκρατικός Συναγερμός, το Κόμμα Αριστερών Φιλελευθέρων των Νεόκοσμου Γρηγοριάδη και Σταμ. Χατζημπέη, και το Δημοκρατικό Ριζοσπαστικό Κόμμα του Μιχαήλ Κύρκου. Ο βασικός κορμός των στελεχών της ήταν μέλη του Κ.Κ.Ε., το οποίο είχε τεθεί εκτός νόμου από το 1947, όπως και οι Εμμ. Πρωιμάκης και οι στρατηγοί Σαράφης, Χατζημιχάλης και Αυγερόπουλος.

Ιστορία
Η Ε.Δ.Α. πρωτοσυμμετείχε σε βουλευτικές εκλογές στις Εκλογές του 1951 όπου εξελέγησαν τελικά 10 βουλευτές. Ήταν τότε το μοναδικό κόμμα που καταψήφισε στη Βουλή την ένταξη της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ. Στις εκλογές του 1952, με πλειοψηφικό, δεν κατάφερε να αναδείξει ούτε έναν βουλευτή. Το 1956 η Ε.Δ.Α. μετατράπηκε σε ενιαίο κόμμα. Το 1958 η ηγεσία του Κ.Κ.Ε. αποφασίζει να διαλύσει όσες παράνομες οργανώσεις της είχαν απομείνει στην Ελλάδα και τα μέλη τους να ενταχθούν στην νόμιμη Ε.Δ.Α. Στις εκλογές του χρόνου αυτού κατορθώνει να πάρει το 24,4% των ψήφων καταλαμβάνοντας 78 βουλευτικές έδρες και να αναδειχτεί αξιωματική αντιπολίτευση.
Αυτή η επιτυχία της, η οποία είναι η μεγαλύτερη εκλογική επιτυχία ελληνικού αριστερού κόμματος μέχρι την 17η Ιουνίου 2012, οπότε και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. εξελέγη επίσης αξιωματική αντιπολίτευση με ποσοστό 26.89% και εξέλεξε 71 βουλευτές, προκάλεσε ανησυχία στα επιτελεία του στρατού και του «παρακράτους», τα οποία επανενεργοποίησαν και αναθεώρησαν το σχέδιο «Περικλής», με στόχο να περιορίσουν τις δυνάμεις της ΕΔΑ. Το σχέδιο τέθηκε σε εφαρμογή στις εκλογές του 1961 που έμειναν γνωστές σαν «εκλογές βίας και νοθείας». Στις εκλογές αυτές η ΕΔΑ έλαβε μέρος ως Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδας-ΠΑΜΕ. Κατά την προεκλογική περίοδο τα μέλη και οι οπαδοί της έγιναν αντικείμενο διώξεων από στρατιωτικούς, χωροφύλακες και υποκινούμενους πολίτες. Σημειώθηκαν κατ'επανάληψιν βίαια επεισόδια με νεκρούς, ενώ αντικείμενα επιθέσεων και διώξεων έγιναν και οι υποψήφιοι βουλευτές της.
Έκτοτε η ΕΔΑ περιόρισε αυτοβούλως τη συμμετοχή της στις εκλογές με σκοπό να ενισχυθεί η Ένωσις Κέντρου και να ανέλθει στην εξουσία.
Λίγο πριν από τις εκλογές του 1963, η Ελλάδα εισήλθε σε μία περίοδο πολιτικής και κοινωνικής αναταραχής, λόγω της δολοφονίας του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη από μέλη του ακροδεξιού παρακρατικού μηχανισμού. Η ηγεσία της ΕΔΑ κατηγόρησε τον τότε πρωθυπουργό της ΕΡΕ Κωνσταντίνο Καραμανλή ως ηθικό αυτουργό.
Οι υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις (κυρίως Ε.Ρ.Ε. και Ένωση Κέντρου) θεωρούσαν την ΕΔΑ κομμουνιστική και επεδίωκαν την απομόνωσή της. Τα μέλη της αντιμετωπίζονταν με καχυποψία και ήταν συχνά αντικείμενο διώξεων, όπως και το δημοσιογραφικό της όργανο, η εφημερίδα «Αυγή».
Ο Γεώργιος Παπανδρέου ονόμαζε την πολιτική του «διμέτωπο αγώνα» κατά της Δεξιάς και της Αριστεράς. Συνεργάστηκε μαζί της μόνο στις εκλογές του 1956 με μοναδικό σκοπό την αλλαγή του εκλογικού συστήματος σε περίπτωση νίκης. Στη συνέχεια όμως, αν και κεντρώος, μετά την νίκη του στις εκλογές του 1963, επειδή δεν πέτυχε αυτοδυναμία στη Βουλή, προτίμησε να παραιτηθεί και να προκηρύξει νέες εκλογές τον Φεβρουάριο του 1964, παρά να κάνει κυβέρνηση συνεργασίας με την ΕΔΑ.
Μετά το Απριλιανό πραξικόπημα η ΕΔΑ διαλύθηκε, όπως και τα υπόλοιπα κόμματα και τα περισσότερα στελέχη της συνελήφθησαν και εξορίστηκαν.
Μετά τη μεταπολίτευση έγινε προσπάθεια αναβίωσής της αλλά χωρίς ιδιαίτερο αποτέλεσμα. Το 1974 συμμετείχε στις πρώτες εκλογές μετά την δικτατορία στο σχήμα της Ενωμένης Αριστεράς και εξέλεξε τον πρόεδρό της Ηλία Ηλιού βουλευτή. Στις εκλογές του 1977 συνεργάστηκε με το ΚΚΕ Εσωτερικού με την επωνυμία Συμμαχία Προοδευτικών και Αριστερών Δυνάμεων, ενώ το 1981 και το 1985 συνεργάστηκε υπό την καθοδήγηση του Μανώλη Γλέζου με το ΠΑΣΟΚ. Κατόπιν διαλύθηκε και τυπικά.

17 Φεβρουαρίου 1995: τη σύσταση Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος, προαναγγέλλει ο υπουργός Οικονομικών Αλέκος Παπαδόπουλος.

Το Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ) είναι ειδικός ελεγκτικός κλάδος του Υπουργείου Οικονομικών της Ελλάδας.Δημιουργήθηκε το έτος 1997 και ξεκίνησε να λειτουγεί στις 10/04/1997. Ειδικός Γραμματέας ΣΔΟΕ είναι σήμερα ο Στέλιος Στασινόπουλος.
Το Δεκέμβριο 2004 το ΣΔΟΕ μετονομάστηκε από την κυβέρνηση Καραμανλή σε Υπηρεσία Ειδικών Ελέγχων (ΥπΕΕ), αλλά τον Απρίλιο 2010 επέστρεψε στην ονομασία «ΣΔΟΕ».
Η πρώτη προσπάθεια δημιουργίας ειδικής ελεγκτικής υπηρεσίας έγινε την περίοδο που Υπουργός Οικονομικών ήταν ο Δημήτρης Τσοβόλας, με την ΥΠΕΔΑ (Υπηρεσία Ελέγχου Διακίνησης Αγαθών). Στο μοντέλο του Τσοβόλα, ο Αλέκος Παπαδόπουλος το 1997 ίδρυσε το ΣΔΟΕ.

Αρμοδιότητες
Στις αρμοδιότητες του ΣΔΟΕ περιλαμβάνονται:

  • Η έρευνα, ο εντοπισμός και η καταστολή οικονομικών παραβάσεων ιδιαίτερης βαρύτητας και σημασίας, όπως η νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (ξέπλυμα χρήματος), οι απάτες και παρατυπίες, οι παραβάσεις που σχετίζονται με προμήθειες, επιδοτήσεις και επιχορηγήσεις, οι παράνομες χρηματιστηριακές και χρηματοπιστωτικές συναλλαγές και γενικά οι οικονομικές απάτες σε βάρος των συμφερόντων του Ελληνικού Δημοσίου και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανεξάρτητα από τον τόπο τέλεσης.
  • Ο προληπτικός έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας καθώς και ο προσωρινός φορολογικός έλεγχος, ιδίως στους παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, με έμφαση στον Φ.Π.Α., καθώς και ο έλεγχος εφαρμογής των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας.
  • Η έρευνα, αποκάλυψη και καταπολέμηση παράνομων συναλλαγών, απατών και δραστηριοτήτων, που διενεργούνται με χρήση ηλεκτρονικών μέσων, του διαδικτύου και νέων τεχνολογιών.
  • Η πρόληψη, δίωξη και καταπολέμηση άλλων παραβάσεων, όπως παράνομη διακίνηση ναρκωτικών, όπλων και εκρηκτικών, πρόδρομων και ψυχοτρόπων ουσιών, τοξικών και επικίνδυνων ουσιών (ραδιενεργά και πυρηνικά υλικά, τοξικά απόβλητα κ.λ.π.), αρχαιοτήτων και πολιτιστικών αγαθών.
  • Η επιτήρηση του θαλάσσιου χώρου με διενέργεια ελέγχων για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου.
  • Η προστασία, σε συνεργασία με τις αρμόδιες υπηρεσίες, του αιγιαλού και της παραλίας, ως και των ανταλλάξιμων και δημόσιων κτημάτων, αρμοδιότητας του Υπουργείου Οικονομικών, από τις αυθαίρετες καταπατήσεις και κατασκευές επ΄ αυτών.

Ακολουθεί ενδεικτικός (μη πλήρης) κατάλογος υποθέσεων που διερευνά το ΣΔΟΕ:

  • ελεύθεροι επαγγελματίες που αποκρύπτουν εισοδήματα στην φορολογική τους δήλωση (π.χ. γιατροί, συμβολαιογράφοι, καλλιτέχνες, κλπ)
  • χρηματισμοί στις προμήθειες των νοσοκομείων
  • χρηματισμοί στις προμήθειες του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας
  • παράνομες επιστροφές ΦΠΑ
  • φοροδιαφυγή μέσω μεταβίβασης περιουσιακών στοιχείων σε υπεράκτιες εταιρείες (offshore)
  • λαθρεμπόριο καυσίμων
  • πλασματικές συνταγογραφήσεις και άλλα εγκλήματα σε βάρος των ασφαλιστικών ταμείων

Εποπτεία
Δια του νέου φορολογικού νόμου αρ. 3943/2011 (ΦΕΚ Α΄ 66/31 Μαρτίου 2001) την εποπτεία, καθοδήγηση και τον συντονισμό των ενεργειών του ΣΔΟΕ ασκεί ο Εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος του οποίου η αρμοδιότητα επεκτείνεται σε όλη την ελληνική επικράτεια,

17 Φεβρουαρίου 1963: γεννιέται ο Αμερικανός μπασκετμπολίστας Μάικλ Τζόρνταν

Ο Μάικλ Τζέφρι Τζόρνταν (Michael Jeffrey Jordan, γεννημένος στις 17 Φεβρουαρίου 1963) είναι αμερικάνος παλαίμαχος καλαθοσφαιριστής και πλέον είναι ιδιοκτήτης των Σάρλοτ Μπόμπκατς. Θεωρείται ευρέως ως ο καλύτερος καλαθοσφαιριστής όλων των εποχών. Έχει παίξει στους Σικάγο Μπουλς και στους Ουάσινγκτον Ουίζαρντς (Wasington Wizards,) όπου και τερμάτισε την καριέρα του το 2003 στα 40 του χρόνια.
Σαν παίκτης ξεχώρησε για την μοναδική του ικανότητα στο σκοράρισμα αλλά και για τα μοναδικά αλτικά του προσόντα που τον βοήθησαν να μεγαλουργεί στον αέρα παράγοντας πάμπολλα θεαματικά στιγμιότυπα που κανείς άλλος δεν ήταν σε θέση να κάνει.
Σχεδόν όλη του την καριέρα την πέρασε στους Σικάγο Μπουλς στους οποίους ηγήθηκε στην δημιουργία της δυναστείας της ομάδας που κατέκτησε 6 πρωταθλήματα σε 8 χρόνια μέσα στην δεκαετία του 1990.
Όσον αφορά τις ατομικές του διακρίσεις αυτές είναι αναρίθμητες και χαρακτηριστικότεροι είναι οι 10 τίτλοι πρώτου σκόρερ του NBA, εκ των οποίων οι 7 συνεχόμενοι από το 1987 ως το 1993, τα 5 βραβεία MVP του NBA και τα 6 βραβεία MVP των τελικών του πρωταθλήματος.
Όλες αυτές οι διακρίσεις του στο μπάσκετ τον έκαναν διάσημο κάτι που εκμεταλλεύτηκαν αυτός και οι μεγάλες εταιρίες που σχετίζονται με τον αθλητισμό και όχι μόνο. Από το 1984 έχει δικιά του σειρά παπουτσιών, τα Air Jordans, την παραγωγή των οποίων αναλαμβάνει η Nike, ενώ έχει κερδίσει δεκάδες εκατομμύρια δολλάρια μόνο και μόνο από τις διαφημίσεις, αφού αποτέλεσε το απόλυτο πρότυπο για την νεολαία την δεκαετία του 1980 και 1990.
Συγκαταλέγεται στους πιο αναγνωρίσιμους αλλά και πιο πλούσιους αθλητές παγκοσμίως όλων των εποχών και από όλα τα αθλήματα. Το όνομά του είναι ένα από τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα στο χώρο του μπάσκετ και συνδυάστηκε με τεράστια εμπορική επιτυχία για τις εταιρίες με τις οποίες συνεργάστηκε. Μέχρι και ο αντίπαλός του Λάρρυ Μπέρντ (Larry Bird) παραδέχτηκε ότι ποτέ το μπάσκετ δεν γνώρισε καλύτερο παίκτη από τον Τζόρνταν.

Πριν το Μπάσκετ
Ο Τζόρνταν γεννήθηκε στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης την 17 Φεβρουαρίου του 1963 και ήταν γιος της Ντελόρις και του Τζέιμς Τζόρνταν. Όταν ο ίδιος ήταν ακόμη μωρό αυτός και η οικογένειά του μετακόμισαν στο Γουίλμινγκτον της Βόρεια Καρολίνας. Εκεί ξεκίνησε να παίζει Αμερικάνικο ποδόσφαιρο και μπέιζμπολ ενώ σε πιο μεγάλη ηλικία άρχισε και η ενασχόλησή του με το μπάσκετ.

Καριέρα
Ο Μάικλ Τζόρνταν φοίτησε στο τοπικό γυμνάσιο Έμσλεϊ Α. Λέινι. Το 1978, όταν ο ίδιος ήταν 15 χρονών και μαθητής της 4ης τάξης του γυμνασίου, έκανε την πρώτη του απόπειρα να μπει στην σχολική ομάδα μπάσκετ. Έμεινε όμως εκτός της δωδεκάδας, αφού έχασε την τελευταία διεκδικούμενη θέση λόγω του ύψους του που τότε δεν ξεπερνούσε τα 1.80 m. Την θέση μάλιστα την πήρε ο ύψους 2 μέτρων Χάρβεστ Σμιθ που ήταν κολλητός και συνομήλικος του Τζόρνταν και έγινε ο μοναδικός μαθητής της τάξης του που μπήκε στην ομάδα εκείνη την χρονιά.
Έτσι λοιπόν περιορίστηκε σε μια θέση στην 2η ομάδα που αγωνίζονταν σε αντίστοιχο πρωτάθλημα. Το όλο γεγονός τον πείσμωσε ωθώντας τον να δουλέψει σκληρά προκειμένου να βελτιωθεί, ενώ παράλληλα κατάφερε να δείξει για πρώτη φορά την αξία του με την 2η ομάδα της οποίας ηγήθηκε μετρώντας σε κάθε παιχνίδι 30 ή 40 πόντους.
Την επόμενη χρονιά, έχοντας ψηλώσει πάνω από 10 εκατοστά σε σχέση με πέρσι και ύστερα από πολλές ώρες εξάσκησης, ήταν πλέον πολύ πιο αθλητικός και βελτιωμένος και δε δυσκολεύτηκε να μπει στην πρώτη ομάδα. Αν και σαν σύνολο έκαναν μέτρια σεζόν με ρεκόρ 9-7 στις νίκες ο Τζόρνταν μέτρησε 24,6 πόντους και 11,9 ριμπάουντ κατά μέσο όρο και ενώ ήταν ακόμα σχεδόν τελείως άγνωστος άρχισε σιγά - σιγά να εξαπλώνεται την φήμη του.
Ο πρώτος που τον εντόπισε ήταν ο νεαρός τότε Ρόυ Γουίλιαμς, βοηθός του προπονητή Ντιν Σμιθ στην ομάδας μπάσκετ του Νορθ Καρολάινα Γιουνιβέρσιτυ, ενός τοπικού κολλεγίου που είχε όμως ένα από τα καλύτερα προγράμματα σε εθνικό επίπεδο. Ο Γουίλιαμς άκουσε τα καλά λόγια του Μάικλ Μπράουν, του υπευθύνου του αθλητικού τμήματος του γυμνασίου Λέινι, και του κίνησαν την περιέργεια προτείνοντας στην ομάδα να κάνουν σκάουτινγκ στον παίκτη. Ο Μπιλ Γκάθριτζ ανέλαβε να τον παρακολουθήσει και τον ξεχώρισε με αποτέλεσμα ο Τζόρνταν να κληθεί στο καμπ του Ντιν Σμιθ, μαζί με άλλα 400 παιδιά από την περιοχή όπου εντυπωσίασε τους ανθρώπους του Νορθ Καρολάινα. Λίγο αργότερα έλαβε μέρος και στο Garfinkel’s Five Star Camp όπου εξάπλωσε κι' άλλο τη φήμη του και έγινε γνωστός και σε άλλα κολλέγια. Το καλοκαίρι του 1980 είχε ήδη δεχθεί προτάσεις για υποτροφία από πολλά πασίγνωστα κολλέγια εκτός του Νορθ Καρολάινα, συμπεριλαμβανομένου του Ντιούκ, του Σάουθ Καρολάινα, του Σίρακιουζ, του UCLA και του Βιρτζίνια.
Ο ίδιος πήρε σχετικά γρήγορα την απόφασή του σχετικά με το κολλέγιο που θα αγωνίζονταν και την 1η Νοεμβρίου του 1980, προτού αρχίσει την τελευταία του χρονιά στο γυμνάσιο, ανακοίνωσε την απόφασή του να αγωνιστεί στο Νορθ Καρολάινα. Εξήγησε ότι το έκανε αυτό ώστε να αγωνιστεί χωρίς πίεση αλλά και για να επικεντρωθεί μόνο στο να παίζει μπάσκετ.
Η δημοσιότητα του γυμνασίου ύστερα από όλα αυτά ανέβηκε κατακόρυφα και μάλιστα λίγες μέρες αργότερα, στις 26 Νοεμβρίου, στο πρώτο παιχνίδι της ομάδας για τη νέα σεζόν απέναντι στο γυμνάσιο του Πέντερ το γήπεδο γέμισε ασφυκτικά από φιλάθλους που ήθελαν να παρακολουθήσουν το νέο αστέρι του Νορθ Καρολάινα. Μάλιστα πολύς κόσμος αναγκάστηκε να μείνει έξω από το κλειστό ενώ ο Τζόρνταν οδήγησε την ομάδα του στη νίκη με 33 πόντους και 14 ριμπάουντ. Ολοκλήρωσε την σεζόν κάνοντας τριπλ νταμπλ μετρώντας 29.2 πόντους , 11,6 ριμπάουντ και 10,1 ασίστ ανά αγώνα με αποτέλεσμα να επιλεγεί στην Ολ Αμέρικαν Πεντάδα των Μακ Ντόναλντς.
Το 1981 όταν εντάχθηκε στην ομάδα του Νορθ Καρολάινα θεωρούνταν ένας από τους πιο καλούς πρωτοετείς παίκτες στο κολλεγιακό πρωτάθλημα και εκείνος δεν άργησε να δείξει το γιατί. Κέρδισε την θέση του βασικού στην ομάδα του και σε 34 αγώνες μέτρησε 13,5 πόντους και 4,4 ριμπάουντ ανα παιχνίδι. Το Νορθ Καρολάινα με την πολύ καλή ομάδα των Τζέιμς Γουόρθι, Κέντρικ Πέρκινς, Μπαζ Πέτερσον, έφτασε μέχρι τον τελικό του πρωταθλήματος απέναντι στο Τζόρτζταουν όπου αγωνίζονταν ο Πάτρικ Γιούιν, μετέπειτα αστέρας των Νιου Γιορκ Νικς. Ο Τζόρνταν μάλιστα πέτυχε το καλάθι που έκρινε την αναμέτρηση στα 15 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη του αγώνα και ολοκλήρωσε την χρονιά σαν πρωταθλητής αλλά και σαν βραβευμένος ως Ο Καλύτερος Πρωτοετής της χρονιάς στο NCAA.
Την επόμενη χρονιά το Νορθ Καρολάινα θα ξεκίναγε και πάλι σαν ένα από τα φαβορί για τον τίτλο όμως στα προημιτελικά της διοργάνωσης γνώρισαν την ήττα και αποκλείστηκαν από την συνέχεια. Ο Τζόρνταν μέτρησε 20 πόντους και 5,5 ριμπάουντ ανά ματς και κατάφερε να συμπεριληφθεί στην Καλύτερη Πεντάδα του NCAA.
Την σεζόν 1983-1984 οι Ταρ Χιλς θα ήταν και πάλι από τα πιο μεγάλα φαβορί για τον τίτλο. Η ομάδα στηρίζονταν στην τετράδα των Τζόρνταν, Μπραντ Ντόχερτι, Κέντρικ Πέρκινς και Κένι Σμιθ, και μάλιστα όλοι εξ αυτών έκαναν αξιοπρόσεκτη καριέρα τα επόμενα χρόνια στο NBA. Έχοντας ξεκινήσει μάλιστα με 22 νίκες στη σειρά γρήγορα έγιναν το πρώτο φαβορί για το πρωτάθλημα. Ωστόσο στους "16" του τουρνουά γνώρισαν ήττα - έκπληξη από το Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα που είχε προπονητή τον Μπόμπυ Νάιτ έναν από τους, κατά γενική ομολογία, καλύτερους προπονητές στην ιστορία του κολλεγιακού πρωταθλήματος. Ο Τζόρνταν με 19,6 πόντους και 5,3 ριμπάουντ ήταν και πάλι μέλος της Καλύτερης Πεντάδας του NCAA, ενώ βραβεύθηκε κέρδισε το βραβείο Νέισμιθ για τον καλύτερο παίκτη της χρονιάς αλλά και το βραβείο Τζον Γούντεν για τον καλύτερο παίκτη της χρονιάς.

Ο Τζόρνταν αποφάσισε εκείνη την χρονιά να αφήσει το Νορθ Καρολάινα και το κολλεγιακό πρωτάθλημα, αν και θα μπορούσε να αγωνιστεί εκεί για άλλον ένα χρόνο ως την προγραμματισμένη αποφοίτησή του. Δήλωσε έτσι συμμετοχή στα Ντράφτ του 1984. Σε ένδειξη τιμής για την συνεισφορά του η φανέλα του με το νούμερο 23 αποσύρθηκε. Επέστρεψε στο Νορθ Καρολάινα για να πάρει το πτυχίο του το 1986.

17 Φεβρουαρίου 1982: Ο πολιτικός γάμος καθιερώνεται στην Ελλάδα ως ισόκυρος με τον θρησκευτικό.

Καθοριστική τομή στο δίκαιο του γάμου συνιστά ο Ν.1250/1982 με τον οποίο, παρά τις αρχικές προθέσεις της Πολιτείας να καθιερώσει ως μόνο υποχρεωτικό για όλους γάμο, τον πολιτικό, με την αυτονόητη δυνατότητα να τελούν οι πιστοί και ιερολόγηση του γάμου τους. Τελικώς το ενιαίο δίκαιο του γάμου διασπάστηκε και καθιερώθηκε ως ισόκυρο με τον θρησκευτικό ο πολιτικός γάμος. Έτσι ο πολιτειακός νομοθέτης παρέπεμψε για τον θρησκευτικό γάμο στο εσωτερικό δίκαιο των επιμέρους κατά το Σύνταγμα-‘’γνωστών θρησκειών’’. Για να τελεσθεί γάμος είτε με πολιτικό είτε με θρησκευτικό τύπο, απαιτείται να εκδοθεί προηγουμένως άδεια γάμου, η οποία χορηγείται πάντοτε από το αρμόδιο πολιτειακό όργανο και συγκεκριμένα από τον δήμαρχο η πρόεδρο κοινότητας της τελευταίας κατοικίας καθενός από τους μελλονύμφους. Η διάταξη αυτή δεν προβλέπει κύρωση σε περίπτωση μη τηρήσεώς της και συνεπώς τέλεση γάμου χωρίς άδεια δεν συνεπάγεται ακυρότητα.

17 Φεβρουαρίου 1914: Στο Αργυρόκαστρο η Ελληνική Επαναστατική Συνέλευση ανακηρύσσει την "Αυτόνομη Πολιτεία της Βορείου Ηπείρου" και ο στρατός της αρχίζει αμέσως δράση.

Η σημαία της Αυτόνομης Δημοκρατίας της Βορείου Ηπείρου,
σε γραμματόσημο που εξέδωσαν βορειοηπειρωτικές αρχές (1914).
Η Αυτόνομος Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου, δημιουργήθηκε το 1914, ύστερα από πρωτοβουλία της ομώνυμης Προσωρινής Κυβέρνησης που συγκροτήθηκε από εκπροσώπους των Βορειοηπειρωτών στις 17 Φεβρουαρίου 1914 στο Αργυρόκαστρο. Προσωρινός πρόεδρος ορίστηκε ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος. Κύρια επιδίωξη της ήταν η αυτονομία της περιοχής και η προστασία βασικών δικαιωμάτων του ελληνικού πληθυσμού, έστω και εντός του αλβανικού κράτους, στο οποίο επιδικάστηκε αργότερα.
Για να γίνει κατανοητός ο ρόλος της προσωρινής κυβέρνησης θα πρέπει να ληφθούν υπόψη όλα τα γεγονότα που προηγήθηκαν: πρώτη είσοδος του ελληνικού στρατού στη Βόρεια Ήπειρο κατά τους Βαλκανικούς Πολέμους, επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία από τις Μεγάλες Δυνάμεις και αποχώρηση του ελληνικού στρατού.
Όπως επίσης και τα γεγονότα που ακολούθησαν: συγκρούσεις μεταξύ Βορειοηπειρωτών με αλβανικά ένοπλα σώματα, η υπογραφή Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, ο Εθνικός Διχασμός, οι πολεμικές περιπέτειες τις Ελλάδας μέχρι το 1922 καθώς και όλο τα διπλωματικό παρασκήνιο που επιδίκασε οριστικά στην Αλβανία την περιοχή (1924).

Βόρεια Ήπειρος και Βαλκανικοί πόλεμοι
Τον Μάρτιο του 1913, κατά τον Α' Βαλκανικό Πόλεμο, ο ελληνικός στρατός, μετά την νίκη στο Μπιζάνι, απελευθέρωσε τα Ιωάννινα και στη συνέχεια προήλασε βόρεια. Η Χειμάρρα ήταν ήδη υπό ελληνικό έλεγχο από τις 5 Νοεμβρίου 1912, όταν ο Χειμαρριώτης Σπύρος Σπυρομήλιος αποβιβάστηκε χωρίς να συναντήσει ιδιαίτερη αντίσταση. Στο τέλος των Βαλκανικών πολέμων οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις ήλεγχαν την περιοχή που μετέπειτα ονομάστηκε Βόρεια Ήπειρος, φτάνοντας την γραμμή Κεραύνιων Ορέων δυτικά, ως Λίμνης Πρέσπας ανατολικά.
Το ίδιο διάστημα, στις 28 Νοεμβρίου, στην Αυλώνα, ανακηρύχθηκε από τους Αλβανούς η ανεξαρτησία της Αλβανίας.

Η ανακήρυξη της αυτονομίας
Στις 13 Φεβρουαρίου 1914, η Πανηπειρωτική Συνέλευση (σώμα που αποτελούνταν από εκπροσώπους της περιοχής), αποφάσισε ότι εφόσον δεν επιτεύχθηκε η ένωση με την Ελλάδα θα δέχονταν μόνο τοπική αυτονομία. Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος κατάληψης της περιοχής από αλβανικά σώματα ενόπλων ατάκτων και να προστατευθεί ο πληθυσμός της περιοχής, ο Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος, (πρώην υπουργός εξωτερικών της Ελλάδας με καταγωγή από το Κεστοράτι Αργυροκάστρου) ανακήρυξε την «Αυτόνομη Δημοκρατία της Βορείου Ηπείρου» στο Αργυρόκαστρο, στις 28 Φεβρουαρίου.
Στην προκήρυξη της αυτονομίας προς τον λαό της Βορείου Ηπείρου αποκάλυπτε ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις τους είχαν αρνηθεί όχι μόνο την αυτονομία εντός του αλβανικού κράτους, αλλά και εγγυήσεις για βασικά ανθρώπινα δικαιώματά τους.
Ἠπειρῶται, ἡ ἐν Ἀργυροκάστρῳ συνελθούσα Συντακτική Συνέλευσις τῶν ἀντιπροσώπων, οὓς ὁμοφώνως ἀνέδειξεν ἡ γνώμη τοῦ Λαοῦ, ἀνεκύρηξεν τὴν ἵδρυσην τῆς Αὐτονόμου Πολιτείας τῆς Βορείου Ἠπείρου, ἀποτελεσθησομένη ἐκ τῶν Ἐπαρχιῶν τὰς ὁποίας ἐξαναγκάζεται ὅπως ἐγκαταλίπῃ ὁ Ἑλληνικὸς Στρατός...
Ἡ Βόρειος Ἤπειρος κηρύσσει τὴν ἀνεξαρτησίαν της καὶ προσκαλεῖ τοὺς πολίτας της ὅπως ὑποβαλλόμενοι εἰς πᾶσαν θυσίαν προασπίσωσι τὴν ἀκεραιότητα τοῦ ἐδάφους καὶ τὰς ἐλευθερίας της, ἀπὸ πάσης προσβολῆς.
— Ἡ Προσωρινὴ Κυβέρνησις, ὁ Πρόεδρος Γεώργιος Χρηστάκης-Ζωγράφος
Η προκήρυξη υπογραφόταν και από τους μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως, Κορυτσάς και Βελάς και Κονίτσης. Αργότερα θα οριστούν και οι αρμόδιοι υπουργοί ανά τομέα:
  • Εξωτερικών: Αλέξανδρος Καραπάνος
  • Στρατιωτικών: Συνταγματάρχης Δημήτριος Δούλης
  • Οικονομίας: Ιωάννης Παρμενίδης
  • Παιδείας και Θρησκευτικών: Mητροπολίτης Δρυϊνουπόλεως Bασίλειος.
Ο Ζωγράφος κοινοποίησε στην Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου, τον διορισμό του ως πρόεδρο της προσωρινής κυβέρνησης της Αυτόνομης Ηπείρου και δήλωσε ότι οι Βορειοηπειρώτες θα αμύνονταν με τα όπλα σε κάθε προσπάθεια της αλβανικής χωροφυλακής να περάσει τα σύνορά τους. Στο αυτόνομο αυτό κράτος εκτός από το Αργυρόκαστρο, συμπεριλαμβάνονταν η Χειμάρρα, το Δέλβινο, η Πρεμετή, οι Άγιοι Σαράντα, η Ερσέκα. Η ευρύτερη περιοχή της Κορυτσάς ενώ, γεωγραφικά, αποτελούσε τμήμα της βόρειας Ηπείρου δεν συμπεριλαμβάνονταν εξαρχής στο αυτόνομο κράτος.

Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης
Η εξέγερση στην Βόρειο Ήπειρο δεν προέρχονταν ούτε υποστηρίζονταν από την ελληνική κυβέρνηση, συναισθηματικά μόνο συμπαραστέκονταν στους Βορειοηπειρώτες. Η θέση του πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθέριου Βενιζέλου ήταν ιδιαίτερα δύσκολη στο θέμα, καθώς έπρεπε να εγκαταλείψει τους ελληνικούς πληθυσμούς στις διαθέσεις των Μεγάλων Δυνάμεων χωρίς να εξασφαλίσει καμία εγγύηση για την ασφάλειά τους.
Στις 9 Μαρτίου ο ελληνικός στόλος απέκλεισε το λιμάνι των Αγίων Σαράντα και τις επόμενες μέρες απαγόρεψε διαδήλωση στην Αθήνα υπέρ του βορειοηπειρωτικού ζητήματος. Αυτές οι ενέργειες είχαν ως σκοπό να πείσουν τις Μεγάλες Δυνάμεις ότι η Ελλάδα τηρεί αυστηρή στάση και δεν συμμετέχει σε καμία περίπτωση στο αυτονομιστικό κίνημα στη Βόρεια Ήπειρο.

Οι ένοπλες συγκρούσεις
Στις 1 Μαρτίου 1914, ο Συνταγματάρχης Κοντούλης, κατόπιν εντολής παραδίδει την Κορυτσά, την Μοσχόπολη και λίγες μέρες αργότερα το Λεσκοβίκι, στην νεοσυσταθείσα αλβανική χωροφυλακή. Επακολούθησαν σοβαρές ταραχές και ένοπλες συγκρούσεις, μεταξύ αλβανικών και βορειοηπειρωτικών δυνάμεων, οι οποίες γενικεύτηκαν σε πολλές περιοχές. Οι Βορειοηπειρώτες, που είχαν οργανώσει τοπικές ένοπλες ομάδες, με την ονομασία «Ιεροί Λόχοι», κατέλαβαν την Ερσέκα και μέχρι το Μάιο του ίδιου έτους προήλασαν στο Φρασάρι και την Κορυτσά.
Για ένα διάστημα ξέσπασαν συγκρούσεις στην περιοχή της Κορυτσάς και για λίγες μέρες η πόλη πέρασε στα χέρια των αυτονομιστών, όμως μετά από ενισχύσεις της αλβανικής πλευράς η εξέγερση καταπνίγηκε. Ακολούθησαν φυλακίσεις και εξορίες πολλών Κορυτσαίων, όπως του τοπικού μητροπολίτη Γερμανού.

Το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας
Με την διαμεσολάβηση Αλβανών και Ζωγράφου στις 4 (17) Μαΐου υπογράφτηκε το Πρωτόκολλο της Κέρκυρας. Η Βόρεια Ήπειρος αποκτούσε επίσημα την αυτονομία της, υπό την αιγίδα του πρίγκηπα Βηντ της Αλβανίας, ο οποίος όμως δεν είχε ουσιαστικές αρμοδιότητες. Η αλβανική κυβέρνηση θα είχε το δικαίωμα να διορίζει και να απολύει τους κυβερνήτες και τους ανώτερους υπαλλήλους. Άλλοι όροι της συμφωνίας προέβλεπαν την στρατολόγηση αυτοχθόνων στην χωροφυλακή, την απαγόρευση παραμονής στρατιωτικών μονάδων αποτελούμενων από μη εντόπιους στην περιοχή. Προβλέπονταν επίσης, η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας στα σχολεία, αν και στις τρεις πρώτες τάξεις η αλβανική θα διδάσκονταν παράλληλα με την ελληνική. Η θρησκευτική διδασκαλία, όμως, θα γίνονταν μόνο στα ελληνικά.
Οι Μεγάλες Δυνάμεις θα εγγυόνταν για την διατήρηση και την εκτέλεση των παραπάνω μέτρων
Οι ένοπλες συγκρούσεις μετά την υπογραφή του πρωτοκόλλου περιορίζονται αισθητά, χωρίς όμως να πάψουν απευθείας. Σύμφωνα με άρθρο του πρωτοκόλλου, η περιοχή της Κορυτσάς που τότε βρίσκονταν υπό τον έλεγχο της αλβανικής χωροφυλακής, η οποία διοικούνταν από Ολλανδούς και Αυστριακούς αξιωματικούς, έπρεπε να επιδικαστεί στην προσωρινή κυβέρνηση της Αυτόνομης Ηπείρου. Τελικά, στις 8 Ιουλίου η Κορυτσά βρίσκεται υπό βορειοηπειρωτική διοίκηση, ύστερα από έφοδο. Τον ίδιο μήνα και το Τεπελένι τέθηκε υπό τον έλεγχο της προσωρινής κυβέρνησης.

Επίλογος
Στις 17 Μαΐου 1914 εκδηλώθηκε επανάσταση στην κεντρική Αλβανία, υποκινούμενη από τους Νεότουρκους που έθεσε σε κίνδυνο την ισχύ του Πρωτοκόλλου. Οι δραστηριότητες των επαναστατών αυτών ανησύχησαν τον Ε. Βενιζέλο, φοβούμενος εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές αμάχων από την πλευρά τους.
Στις 14 Σεπτεμβρίου οι βορειοηπειρωτικές δυνάμεις κατέλαβαν προσωρινά το Βεράτιο, όμως χωρίς την έγκριση της Προσωρινής Κυβέρνησης.

Η Βόρεια Ήπειρος υπό ελληνική διοίκηση (Οκτ. 1914-Σεπ. 1916)
Τελικά, στα τέλη Οκτωβρίου του ιδίου έτους, και ενώ είχε ξεσπάσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, μετά από την συγκατάθεση των Μεγάλων Δυνάμεων[3][4], ο ελληνικός στρατός εισήλθε για δεύτερη φορά στην περιοχή, ως παράγοντας σταθεροποίησης και προστασίας του πληθυσμού. Έτσι η προσωρινή κυβέρνηση τυπικά έπαψε να υπάρχει και η Βόρεια Ήπειρος βρίσκονταν ξανά υπό την προστασία του ελληνικού κράτους. Ο Βενιζέλος μάλιστα δήλωσε στο ελληνικό κοινοβούλιο ότι μόνο κολοσσιαία λάθη θα αποστερούσαν από την Ελλάδα την Βόρειο Ήπειρο. Μετά την παραίτηση του Βενιζέλου οι επόμενες φιλοβασιλικές κυβερνήσεις προέβησαν σε ενέργειες που απομάκρυναν την Ελλάδα από τις δυνάμεις της Αντάντ, ιδιαίτερα λόγω της στάσης της να επιμείνει στην ουδετερότητα και να μην εισέλθει με το πλευρό της στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις αρχές του 1916 η περιοχή της Βορείου Ηπείρου συμμετείχε στις βουλευτικές εκλογές εκλέγοντας 16 εκπροσώπους στο κοινοβούλιο. Τον Μάρτιο, με βασιλικό διάταγμα ανακηρύχθηκε η ένωση της περιοχής, η οποία διοικητικά αποτελούνταν από τους νομούς Αργυροκάστρου και Κορυτσάς.

Ιταλική, γαλλική κυριαρχία και οριστική επιδίκαση στην Αλβανία

Οι πολιτικές συγκυρίες που ακολούθησαν και η δυσμενής κατάσταση που βρέθηκε η Ελλάδα τα επόμενα χρόνια, με τον Εθνικό Διχασμό, οδήγησαν στη διαίρεση της χώρας σε δύο επί μέρους κράτη (της Θεσσαλονίκης και των Αθηνών). Επίσης, οι διπλωματικές μηχανορραφίες των Μεγάλων Δυνάμεων, οδήγησαν αρχικά στην είσοδο των Ιταλικών (Αργυρόκαστρο) και Γαλλικών (Κορυτσά) στρατευμάτων.
Μετά τη λήξη του πολέμου, το 1921 αποφασίστηκε η οριστική επιδίκαση της περιοχής στην Αλβανία. Η ενσωμάτωση όμως στην Αλβανία, συνοδεύτηκε, με πολύ πιο περιορισμένα δικαιώματα για τον πληθυσμό της περιοχής και χωρίς την αναγνώριση ενός αυτόνομου κράτους, σύμφωνα με τους όρους του Πρωτοκόλλου της Κέρκυρας και τις εγγυήσεις που δόθηκαν από την Αλβανία προς την Κοινωνία των Εθνών.