Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

15 Απριλίου 1989: Η Τραγωδία του Χίλσμπορο. Λίγο πριν από την έναρξη του ημιτελικού για το Κύπελλο Αγγλίας, Λίβερπουλ - Νότιγχαμ, δημιουργείται συνωστισμός, λόγω της παρουσίας υπεραρίθμων θεατών σε εξέδρα του γηπέδου του Σέφιλντ. Από τον πανικό που προκαλείται βρίσκουν τον θάνατο 96 οπαδοί της Λίβερπουλ και τραυματίζονται 250.

Στις 15 Απριλίου του 1989, σε μία καθαρά ηλιόλουστη ανοιξιάτικη ημέρα, το στάδιο "Χίλσμπορο" του Σέφιλντ άνοιγε τις πύλες του για να υποδεχτεί τους οπαδούς της Λίβερπουλ και της Νότιγχαμ Φόρεστ στο πλαίσιο του ημιτελικού του Κυπέλλου Αγγλίας, με εκείνο το ματς όμως να μετατρέπεται σε ραντεβού θανάτου για 96 φιλάθλους των "reds".

Από τη μία η εσφαλμένη κατανομή των φιλάθλων στο πέταλο, από την άλλη οι υπεράριθμοι Liverpoolians οπαδοί που στοιβάχτηκαν στην εξέδρα Leppings Lane -με σοβαρή ευθύνη της αστυνομίας και των ανθρώπων του γηπέδου- αλλά και η υποδομή του "Χίλσμπορο" με τα "δολοφονικά" σιδερένια κιγκλιδώματα, ήταν αρκετά στοιχεία για να φέρουν το κακό...

Και τι κακό, τραγωδία, εφιάλτης. Έξι μόλις λεπτά μετά την έναρξή του (15:00), ο αγώνας διακόπηκε αφού την ίδια ώρα στις εξέδρες είχε ξεκινήσει μακελειό.

Οι παραπάνω φίλαθλοι που είχαν μπει χωρίς έλεγχο από μία θύρα μετά την έναρξη του αγώνα δημιούργησαν τρομερή πίεση σε αυτούς που είχαν ήδη πάρει θέση στην κατάμεστη εξέδρα, με αποτέλεσμα να "στέλνουν" όλο και περισσότερους κοντά στο σιδερένιο κιγκλίδωμα.

Όσοι πρόλαβαν να πηδήξουν εντός αγωνιστικού χώρου (εκμεταλλευόμενοι ένα μικρό κενό στα προστατευτικά) σώθηκαν, πολλοί ήταν όμως εκείνοι που δεν τα κατάφεραν και συνεθλίβησαν, με αποτέλεσμα μέσα σε λίγη ώρα το γήπεδο να γεμίζει από τραυματίες αλλά και ανθρώπους που είχαν αφήσει ή επρόκειτο να αφήσουν εκεί την τελευταία τους πνοή.

Τραγικός απολογισμός; 94 πέθαναν στο γήπεδο, 766 τραυματίστηκαν, 1 άτομο πέθανε λίγο αργότερα στο νοσοκομείο και 1 ακόμα υπέκυψε στα τραύματά του μετά από τέσσερα χρόνια (ήταν σε κώμα), με το ακόμα πιο θλιβερό σε εκείνη την αποφράδα ημέρα να είναι ότι μεταξύ των θυμάτων ήταν πολλοί ανήλικοι.

Σε αυτή τη θλιβερή επέτειο από την τραγωδία στο "Χίλσμπορο", το Sport24.gr γυρίζει πίσω το χρόνο και σας παρουσιάζει τί έγινε μέσα από τα μάτια του 63χρονου γιατρού Γκλιν Φίλιπς, ο οποίος ως 37χρονος εκπαιδευόμενος γιατρός τότε έκανε το ταξίδι από το Μέρσεϊσαϊντ στο Σέφιλντ μαζί με τον αδερφό του Ίαν και δύο φίλους τους, για να δουν ένα ματς που ήταν γραπτό να μην ξεχάσουν ποτέ.

 Ο κάτοχος εισιτηρίου διαρκείας στη Λίβερπουλ εκείνη τη σεζόν, Φίλιπς, έδωσε συνέντευξή σε οπαδική ιστοσελίδα των "reds", περιγράφοντας με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες τις δραματικές ώρες που πέρασε στο "Χίλσμπορο" στις 15 Απριλίου του 1989, αλλά και το πόσο τον επηρέασε εκείνο το γεγονός.

Ο τρόπος διαφυγής του από την εξέδρα του θανάτου, η απίστευτη σωτηρία ενός νεαρού παιδιού που η καρδιά και η αναπνοή του είχαν σταματήσει, οι σοβαρές καταγγελίες του για την αστυνομία αλλά και η συγκινητική γνωριμία του με την οικογένεια του νεαρού λίγο καιρό μετά. Όλα αυτά σε μία κατάθεση ψυχής από έναν αφανή ήρωα του "Χίλσμπορο", τον Γκλιν Φίλιπς.

"Με το που μπήκαμε στο γήπεδο, καταλάβαμε ότι το πλήθος ήταν ασυνήθιστα μεγάλο. Ο κόσμος ουσιαστικά μας μετακινούσε. Χωριστήκαμε από την παρέα μας, με εμένα και τον Ίαν να πηγαίνουμε μπροστά, στα σιδερένια κιγκλιδώματα που χώριζαν τις εξέδρες από το γήπεδο. Έχω βρεθεί στην Kop πολλές, πολλές φορές και σε τέτοιο πανδαιμόνιο δεν είχα βρεθεί ποτέ. Δεν είχε καμία σχέση με προηγούμενες εμπειρίες μου από το γήπεδο. Πήγαινα στην Kop από την ηλικία των 12 ετών σε πολύ μεγάλα παιχνίδια, σε ντέρμπι με τη Λιντς και τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, σε ευρωπαϊκά παιχνίδια.
Συνηθίζαμε να πηγαίνουμε ακριβώς πίσω από την εστία και να απολαμβάνουμε την κίνηση του πλήθους, το κύμα που δημιουργούσε. Ήταν μέρος της διασκέδασης. Όμως η κατάσταση εκείνη την ημέρα ήταν διαφορετική. Έπρεπε να βγούμε λοιπόν από εκεί. Ήξερα ότι αυτό δεν ήταν καλό μέρος για να βρισκόμαστε και αποφασίσαμε να μετακινηθούμε πιο ψηλά στην εξέδρα. Ο κόσμος ήταν δύσκολο να παραμερίσει, οπότε πέσαμε στα γόνατα μας και περπατούσαμε γονατιστοί στηριζόμενοι στα χέρια μας. Και πιο ψηλά που πήγαμε είχε πολύ κόσμο με αποτέλεσμα να δυσκολευόμαστε να σταθούμε όρθιοι αλλά τελικά τα καταφέραμε, ενώ συναντηθήκαμε και με τους δύο φίλους μας.
Την επόμενη κιόλας στιγμή κοίταξε ο ένας στα πρόσωπα των άλλων και αναρωτηθήκαμε. Τι συνέβαινε; Δεν μπορούσες να κάνεις και πολλά επειδή ήμασταν στοιβαγμένοι. Φανταστείτε να έχεις κάποιος τους αγκώνες κολλημένους στα πλευρά του και τα χέρια του μπροστά από το στήθος.
Ήταν αδύνατο να κουνήσεις τα χέρια σου λόγω του συνωστισμού. Ακόμα και έτσι, καθώς πλησίαζε η έναρξη του αγώνα, υποθέταμε ότι η πίεση θα χαλάρωνε και όλα θα πήγαιναν καλά. Θυμάμαι ότι το ματς ξεκίνησε και ο Πίτερ Μπίρντσλι είχε σουτ στο δοκάρι αλλά δεν μπορούσες να δεις το παιχνίδι επειδή είχες επίγνωση ότι η κατάσταση ήταν επικίνδυνη. Αυτό που προσπαθούσες συνέχεια να κάνεις ήταν να διασφαλίζεις ότι το πόδι σου πατούσε σωστά στο έδαφος, γιατί διαφορετικά θα βρισκόσουν στον αέρα. Τότε ξαφνικά αντιλήφθηκα ότι άνθρωποι σκαρφάλωναν τα κάγκελα, προσπαθώντας να βγουν έξω, με την αστυνομία να βρίσκεται σε επιφυλακή. Στη δικιά μας πλευρά, που βρισκόταν δεξιά από την εστία, κατά μήκος του κιγκλιδώματος, ο κόσμος είχε αρχίσει να ανησυχεί. Εκεί είχε πολύ χώρο για να κινηθεί κάποιος σε αντίθεση με το σημείο που ήμασταν εμείς.
Παιδιά άρχισαν τότε να φωνάζουν: "Κάντε πίσω, κάντε πίσω. Υπάρχουν οπαδοί που έχουν συνθλιβεί μπροστά", και ήταν πολύ τρομοκρατημένοι εξαιτίας του γεγονότος ότι ο κόσμος δεν είχε συνειδητοποιήσει τί επρόκειτο να συμβεί. Και έβλεπες όλο εκείνο τον κόσμο στα κάγκελα και σκεφτόσουν: "Γαμώτο, κάτι πραγματικά κακό συμβαίνει". Τότε κάποιος έτρεξε στον αγωνιστικό χώρο και φώναξε στον γκολκίπερ της Λίβερπουλ Μπρους Γκρόμπελαρ να σταματήσει το παιχνίδι.
Μερικά λεπτά μετά, είχαμε σκαρφαλώσει στο κιγκλίδωμα στην διπλανή θύρα που ήταν σχετικά άδεια. Κοίταξα προς τον αγωνιστικό χώρο και βλέποντας την κατάσταση στην οποία ήταν μερικά άτομα, σκέφτηκα: "Θεέ μου, είναι νεκροί. Θα πρέπει να βρεθώ εκεί κάτω και να προσπαθήσω να βοηθήσω". Οπότε κατέβηκα τα σκαλιά και βρέθηκα πάνω σε έναν χαμηλό τοίχο. Τότε φώναξα σε έναν αστυνομικό: "Είμαι γιατρός. Αφήστε με να μπω στο γήπεδο". Του προέταξα το χέρι και με τράβηξε από τον τοίχο όμως δεν είχαμε αντιληφθεί ότι υπήρχε μία οριζόντια μπάρα στην πόρτα εξόδου. Καθώς έπεφτα, χτύπησα το κεφάλι μου στη μπάρα. Παραλίγο να πέσω αναίσθητος, έβλεπα αστεράκια. Ήταν τρομερό χτύπημα, ένιωθα ότι θα μου φύγει το κεφάλι. Το αίμα έτρεχε στο πρόσωπό μου. Έσφιξα τα δόντια μου και περπάτησα στο χορτάρι το οποίο ήταν γεμάτο από ανθρώπους ξαπλωμένους. Χάος, χάος. Σκεφτόμουν τι να κάνω και κυριολεκτικά το πρώτο σώμα που βρέθηκε μπροστά μου ήταν ενός νεαρού παιδιού, ενός εφήβου. Δεν ανέπνεε, δεν είχε σφυγμό, είχε γίνει γκρι, φαινόταν σαν να είχε υποστεί καρδιακή προσβολή. Γονάτισα δίπλα του και άρχισα να του κάνω καρδιοαναπνευστικές μαλάξεις. Ήταν ένας τύπος δίπλα μου -είπε ότι ήταν νοσοκόμος-, ο οποίος την ώρα που του έβαζα οξυγόνο στο στόμα, εκείνος έκανε μαλάξεις στο στήθος του. Την ίδια ώρα με εκείνο το παιδί, υπήρχαν πάρα πολλά άτομα πεσμένα στο χορτάρι που παρουσίαζαν τα ίδια συμπτώματα. Σκέφτηκα ότι αν και οι υπόλοιποι ήταν στην ίδια μοίρα δεν είχαν καμία ελπίδα να ζήσουν. Έμεινα δίπλα του θέλοντας να εξαντλήσω όλα τα περιθώρια που είχα για να τον κρατήσω στη ζωή. Ζήτησα από μερικούς αστυνομικούς οξυγόνο και ήρθε μία φιάλη οξυγόνου.
Η φιάλη οξυγόνου όμως που μου δόθηκε ήταν άδεια, και ο μετρητής έδειχνε ότι ήταν όντως στο μηδέν το οξυγόνο. Μάλιστα πάνω σε δήλωση-καταγγελία που έκανα για αυτό το θέμα έγινε ολόκληρη έρευνα, με μερικούς να προσπαθούν να ακυρώσουν τη μαρτυρία μου. Το τελικό πόρισμα που βγήκε αργότερα ήταν ότι βάσει της λογικής, είχα κάνει λάθος επειδή ήμουν οργισμένος και επειδή είχα ένα σοβαρό τραύμα στο κεφάλι. Τέλος πάντων, εμείς εκείνη τη στιγμή συνεχίσαμε να παλεύουμε για να επαναφέρουμε στη ζωή του παιδί που δεν είχε σφυγμό. Ήμασταν εκεί για πέντε, δέκα λεπτά και ήμουν έτοιμος να τα παρατήσω όταν αισθάνθηκα έναν ελαφρύ σφιγμό. Κόντρα στα προγνωστικά, η καρδιά του είχε αρχίσει να χτυπάει και πάλι. Ήταν εντελώς αναίσθητος αλλά έκανε προσπάθειες να αναπνεύσει. Οπότε, πήραμε ένα φορείο και τον πήγαμε σε ένα ασθενοφόρο που ήταν πίσω από την εστία. Στο έδαφος ήταν άλλοι δύο ξαπλωμένοι, ήταν όμως νεκροί. Βάλαμε το παιδί στο φορείο και αποφασίσαμε ότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε για εκείνον περισσότερα πράγματα.
Δεν ξέρω αν πήραμε τη σωστή απόφαση, εάν έπρεπε να μείνω μαζί του, αλλά η καρδιά του χτυπούσε, ανέπνεε. Θυμάμαι ότι είπα στον οδηγό του ασθενοφόρου: "Να τον προσέχεις. Εάν υπάρχουν προβλήματα, ρίξε μου μία φωνή". Το πιο παλαβό πράγμα που θα μπορούσα να πω με όλο εκείνο το χάος γύρω μου, όμως εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε χρόνος για σκέψη. Την ώρα που μεταφέραμε το παιδί στο ασθενοφόρο, πρόσεξα ότι μέσα στο τέρμα υπήρχαν περίπου 8 με 10 άψυχα σώματα. Μέσα σου έχεις την επιθυμία να φερθείς απόλυτα επαγγελματικά και να κάνεις ό,τι μπορείς αλλά ταυτόχρονα συνέβαιναν απίστευτα πράγματα μέσα σε μισή ώρα, σε έναν ημιτελικό, σε μία ηλιόλουστη ημέρα. Όλοι οι νεκροί ήταν νεαρά παιδιά. Γύρισα πίσω προσπαθώντας να βοηθήσω και άλλους. Δοκίμασα να κάνω μαλάξεις σε μερικά ακόμα άτομα αλλά είχαν ήδη φύγει.
Είναι απαίσιο να προσπαθείς να κάνεις μαλάξεις σε ανθρώπους που είναι ουσιαστικά νεκροί, όπως επίσης μυρωδιά του εμετού και όλα αυτά τα πράγματα, όμως θα πρέπει να πω ότι σε όσους πήγα να κάνω μαλάξεις δεν υπήρχε ίχνος αλκοόλ μέσα τους. Και μπαίνοντας στο γήπεδο, δεν παρατήρησα κάποια βίαιη συμπεριφορά. Ουδείς είχε ξεφύγει από τον έλεγχο, παρά τα διάφορα που γράφτηκαν τις επόμενες ημέρες σε μερικές εφημερίδες. Ήταν περασμένες 3.30 μετά το μεσημέρι και εκείνη την ώρα στο γήπεδο ήταν άνθρωποι που περπατούσαν και μιλούσαν ή που κάθονταν και μιλούσαν ή που ήταν νεκροί. Δεν υπήρχε ενδιάμεση κατάσταση. Το τελευταίο άτομο που προσπάθησα να βοηθήσω ήταν γύρω στα 20. Νομίζω ότι ο αδερφός του επιχειρούσε να τον επαναφέρει και θυμάμαι ένα κορίτσι που φορούσε ένα κασκόλ της Σέλτικ να μου λέει: "Άφησέ τον, χάθηκε, χάθηκε". Έκανα μία προσπάθεια αλλά ήταν ήδη νεκρός. Λίγο μετά βρέθηκα στην άλλη πλευρά του γηπέδου, όπου κάθονταν οι οπαδοί της Νότιγχαμ Φόρεστ και παρακολουθούσαν έχοντας χάσει τη μιλιά τους.
Είδα δύο φωτογράφους εκεί και αυτό που σκέφτηκα, εν μέσω της τρέλας που επικρατούσε, ήταν τί έκαναν τα μίντια στη Λίβερπουλ μετά το Χέιζελ, όπου η πλειονότητα των 10.000 οπαδών δεν έκαναν κάτι κακό και ως αποτέλεσμα της ανεπάρκειας των αξιωματούχων του γηπέδου, της UEFA και της βελγικής αστυνομίας, 26 τρελοί κατάφεραν να προκαλέσουν μακελειό. Η Γιουβέντους είχε και εκείνη τους δικούς της ανεγκέφαλους, αλλά αυτό ξεχάστηκε τεχνηέντως. Σκέφτηκα ότι θα προσπαθούσαν να το φορτώσουν και αυτό στους οπαδούς. Δεν μπορούσα να το αφήσω να συμβεί. Οπότε πήγα στους φωτογράφους και έκανα μερικά σχόλια για τις ανεπαρκείς εγκαταστάσεις.
Τους είπα ότι ήμουν εκπαιδευόμενος γιατρός και ότι προσπαθούσα να επαναφέρω στη ζωή πεθαμένα παιδιά. Μόλις άκουσαν ότι ήμουν γιατρός και όχι ένας απλός τρελαμένος οπαδός, έκριναν ότι έπρεπε να καταγράψουν τα λόγια μου. Οπότε έβγαλαν τα σημειωματάρια από τις τσέπες τους και άρχισαν να με βγάζουν ταυτόχρονα φωτογραφίες. Αμέσως σκέφτηκα ότι έπρεπε να μιλήσω σε κάποιον από τη Λίβερπουλ, για να βεβαιωθώ ότι δεν θα ρίξουν την ευθύνη στους οπαδούς. Πήγα προς τη φυσούνα όπου βρίσκονταν αστυνομικοί και τους είπα ότι ήμουν εκπαιδευόμενος γιατρός και έπρεπε να μιλήσω σε κάποιον από τον σύλλογο. Δεν έκαναν καν προσπάθεια να με σταματήσουν, νομίζω ότι ήταν όλοι σοκαρισμένοι. Πέρασα μέσα και έπεσα πάνω στον Κένι Νταλγκλίς ο οποίος φαινόταν χλωμός. Όπως έμαθα αργότερα, ο γιος του ήταν μέσα στο πλήθος. Του συστήθηκα και του είπα επί τροχάδην τί είχα δει με τα μάτια μου, ενώ του ξεκαθάρισα ότι δεν θα έπρεπε να αφήσουν οι παίκτες να πέσει το ανάθεμα στους οπαδούς. Αυτό δεν είχε να κάνει με φασαρία που προξένησε ο κόσμος. Οι συνθήκες για τους θεατές ήταν κάτι το ντροπιαστικό. Δίπλα του, ο σχολιαστής του αγώνα για το BBC, Άλαν Γκριν, στεκόταν και άκουγε, για να με ρωτήσει κατόπιν αν είχα πρόβλημα να επαναλάβω αυτά που είχα πει στο ραδιόφωνο. Το επόμενο πράγμα που έκανε ήταν να με συστήσει ζωντανά στον αέρα, και εγώ να λέω το τί είχε συμβεί όντας αυτόπτης μάρτυρας. Συγκεκριμένα είπα στο ραδιόφωνο: "Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο κόσμος ήταν πάρα πολύς για αυτό το γήπεδο. Η Λίβερπουλ γέμισε το κομμάτι της εξέδρας που της αναλογούσε. Η αστυνομία επέτρεψε στους οπαδούς να γεμίσουν το μεσαίο διάζωμα σε τέτοιο βαθμό που να έχουν στιβαχτεί σαν σαρδέλες. Την ίδια ώρα οι διπλανές θύρες είχαν αρκετό χώρο, με την αστυνομία να έχει ευθύνη που επέτρεψε να γίνει κάτι τέτοιο.
Τα παιδιά είχαν στοιβαχτεί μπροστά στο κάγκελο και είχε τόσο πολύ κόσμο εκεί που κανείς δεν μπορούσε να φύγει. Σκαρφάλωσα προς τα πλάγια σε μία θύρα με λιγότερο κόσμο και μπήκα στο γήπεδο για να βοηθήσω. Τώρα δυστυχώς υπάρχουν παιδιά που έχουν αφήσει την τελευταία τους πνοή στο γήπεδο. Είδα περίπου 8 με 10, δεν ξέρω πόσοι ακριβώς είναι. Έδωσα αγώνα για περίπου 10 λεπτά για να επαναφέρω ένα παιδί στη ζωή και τελικά μας έδωσαν μία μπουκάλα οξυγόνου που ήταν άδεια. Αυτή είναι η απόλυτη κατάντια. Μετά τις δηλώσεις πήγα στην εξέδρα όπου με περίμεναν ο αδερφός μου και οι δύο φίλοι μου. Κανείς τους δεν μπορούσε να πιστέψει τί είχε συμβεί. Έκανα ό,τι μπορούσα. Είχα προσπαθήσει να επαναφέρω στη ζωή ανθρώπους ενώ φρόντισα ώστε άνθρωποι που ήθελαν να μάθουν την αλήθεια να την ακούσουν από κάποιον που διέθετε αξιοπιστία. Παραδόξως είχα την ευκαιρία να μιλήσω στο ραδιόφωνο, γεγονός που μου έδωσε ένα πλεονέκτημα. Η γυναίκα μου ήταν στο σπίτι μας στη Γλασκώβη, πολύ ανήσυχη, γνωρίζοντας ότι ήμασταν στο γήπεδο.
Ευτυχώς ένας-δύο φίλοι με είχαν ακούσει στο ράδιο και της τηλεφώνησαν μέσα σε λίγα λεπτά για να της πουν ότι ήμουν εντάξει. Στην επιστροφή μας στο Μέρσεϊσαϊντ, καθόμουν πίσω στο αμάξι, φέρνοντας στο μυαλό μου τα γεγονότα και ακούγοντας ράδιο. Έπαιξαν το μικρό ξέσπασμά μου 2-3 φορές, όμως αυτό που θυμάμαι περισσότερο ήταν ότι είχαμε τρομοκρατηθεί ακούγοντας τον αριθμό των θυμάτων να αυξάνεται συνεχώς. Όταν γύρισα στη δουλειά το πρωί της Δευτέρας, ήξερα ότι δεν μπορούσα να δουλέψω. Ένιωθα ότι δεν έπρεπε να ήμουν εκεί. Έπρεπε να ήμουν στο Λίβερπουλ.
Οπότε είπα στους συναδέλφους στο χειρουργείο: "Θα πρέπει να σταματήσω τη δουλειά για όλη αυτή την εβδομάδα". Το ίδιο βράδυ επέστρεψα στο Λίβερπουλ και πήγαμε στο Άνφιλντ όπου αφήσαμε μερικά λουλούδια μαζί με τα κασκόλ μας σε ένα κάγκελο. Τα συναισθήματά μου εκείνη τη στιγμή ήταν ανάμεικτα. Από τη μία πλευρά υπήρχε θλίψη για όλες τις ψυχές που είχαν χαθεί και την ίδια ώρα οργή για τα μίντια που επιτίθονταν σε ευάλωτους ανθρώπους, πονεμένους γονείς, σε αδέρφια που ήταν υποχρεωμένα να ακούν και να διαβάζουν αηδίες για τα αγαπημένα τους πρόσωπα που είχαν χαθεί. Ήμουν εξαιρετικά θυμωμένος με τη στάση του Τύπου και η πιο σωστή παρατήρηση όλη εκείνη την εβδομάδα ήρθε όταν ο Νιλ Κίνοκ, πρόεδρος των Εργατικών, έδωσε συνέντευξη στο χορτάρι του Άνφιλντ. "Οι αστυνομικοί τα έκαναν μούσκεμα", τόνισε. Νομίζω ότι αυτό που είπε τα περικλείει όλα. Οι άνθρωποι του γηπέδου και οι αστυνομικοί δεν έκαναν καλά τη δουλειά τους.
Καθώς ήμουν στο Μέρσεϊσαϊντ με την οικογένειά μου, έδωσα συνεντεύξεις σε πολλούς τηλεοπτικούς σταθμούς, όμως εκείνο που σκεφτόμουν ήταν ότι έπρεπε να πάω στο Σέφιλντ για να βρω εκείνο το αγόρι που βοήθησα στο γήπεδο, να μάθω αν τελικά έζησε. Αφού πρώτα επισκέφτηκα το Χίλσμπορο, στη συνέχεια πήγα στα δύο μεγαλύτερα νοσοκομεία του Σέφιλντ για να βρω εκείνο το αγόρι. Σκέφτηκα ότι αν είχε επιζήσει θα βρισκόταν σε κάποια μονάδα εντατικής θεραπείας. Με άφησαν διακριτικά να ψάξω στα δωμάτια μερικών ανθρώπων που ήταν υπό εντατική παρακολούθηση και δεν τον αναγνώρισα. Τώρα ξέρω γιατί, επειδή ήταν εντελώς πρησμένος. Ήταν πράγματι εκεί, σε δωμάτιο εντατικής. Τότε, πίστεψα ότι είχε πεθάνει και αισθάνθηκα πολύ άσχημα. Τα έβαλα με τον εαυτό μου, καθώς σκεφτόμουν ότι δεν έπρεπε να τον αφήσω. Μετά την τραγωδία, η τοπική αστυνομία ξεκίνησε την μεγαλύτερη νομική έρευνα στην ιστορία της Βρετανίας για να διαπιστώσει τι είχε συμβεί στο Χίλσμπορο και το Μάρτιο του 1990 μου ζητήθηκε να παρακολουθήσω βίντεο από την κάλυψη του αγώνα εκείνη την τραγική ημέρα. Όταν αναγνώρισα τον εαυτό μου και έδειξα το παιδί που πήγα να βοηθήσω, ένας αστυνομικός μου είπε: "Έχουμε το όνομά του και δεν νομίζω ότι πέθανε. Θα κοιτάξω στα αρχεία μας και θα έρθω σε επικοινωνία μαζί σας".
Την ερχόμενη εβδομάδα μου τηλεφώνησε ο αστυνομικός: "Ξέρουμε ποιος είναι, είναι ένας 18χρονος, ονόματι Γκάρι Κούρι. Επιβίωσε και η οικογένειά του ενδιαφέρεται πολύ να σε γνωρίσει".
Οπότε κανονίσαμε να δούμε τον Γκάρι. Συμπτωματικά, ζούσε περίπου μισό μίλι μακριά από το δημοτικό σχολείο που πήγαινα. Η συνάντησή μας ήταν μία συγκινητική εμπειρία για μένα. Το άσχημο ήταν πως είχε επιζήσει αλλά με κάποια "σημάδια" από εκείνη την ημέρα πάνω του. Η καρδιά του είχε σταματήσει με αποτέλεσμα να υποστεί κάποια εγκεφαλική ζημιά, οπότε δεν είναι όπως πριν.
Είναι άτομο με ειδικές ανάγκες, ο οποίος είναι υπό συνεχή φαρμακευτική θεραπεία, και δεν μπορεί να εργαστεί. Μπορεί όμως να περπατήσει και να μιλήσει, ενώ διατηρεί το χιούμορ του. Και εξακολουθεί να είναι φανατικός φίλος της Λίβερπουλ. Η οικογένειά του ήταν χαρούμενη απλά και μόνο που έζησε. Δύο χρόνια μετά το δυστύχημα μας προσκάλεσαν στα 21α του γενέθλια και διατηρούμε επαφή από τότε, έστω και περιστασιακά. Για την ακρίβεια, κάθε Χριστούγεννα αυτός και η μητέρα του, Άλις, μου στέλνουν ένα ημερολόγιο της Λίβερπουλ και ένα μικρό δώρο για το γιο μου.

Έχω ακόμα αυτό το βάρος πάνω μου. Αυτές οι νέες ζωές χάθηκαν τόσο άδοξα και μάταια πηγαίνοντας να παρακολουθήσουν έναν ποδοσφαιρικό αγώνα και οι οικογένειές τους αισθάνονται ότι δεν απονεμήθηκε δικαιοσύνη μέσα από την έρευνα που έγινε για τα αίτια της τραγωδίας.
Ο αδερφός μου και εγώ ήμασταν στο πέταλο όπου κατέρρευσε το σιδερένιο κιγκλίδωμα. Η ενστικτώδης απόφασή μας να ανέβουμε λίγο ψηλότερα ίσως μας έσωσε  τη ζωή αφού ξεφύγαμε από το σημείο όπου μισή ώρα αργότερα σκοτώθηκαν σχεδόν 100 άνθρωποι. Ο Ίαν είναι 13 χρόνια μικρότερός μου και εγώ ήμουν εκείνος που τον πήγα στην Kop από νεαρή ηλικία. Είχα για μήνες εφιάλτες, με την σκέψη του τι θα μπορούσε να του είχε συμβεί. Εμείς ήμασταν οι τυχεροί πάντως".

πηγη: http://www.sport24.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου