Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2015

19 Δεκεμβρίου 1997: Κάνει πρεμιέρα στις αμερικανικές αίθουσες η ταινία του Τζέιμς Κάμερον «Τιτανικός», που είναι η πρώτη σε εισπράξεις στην ιστορία του κινηματογράφου.


Σκηνοθεσία        Τζέιμς Κάμερον
Παραγωγή         20th Century Fox
Σενάριο              Τζέιμς Κάμερον
Πρωταγωνιστές Κέιτ Γουΐνσλετ
                            Λεονάρντο Ντι Κάπριο
                            Μπιλ Πάξτον
                            Γκλόρια Στιούαρτ
                            Κάθυ Μπέιτς
                            Μπίλυ Ζέιν
Πρώτη προβολή
19 Δεκεμβρίου 1997
16 Ιανουαρίου 1998
Μουσική Τζέιμς Χόρνερ
Διάρκεια 194 λεπτά
Γλώσσα Αγγλική

Ο Τιτανικός (αγγλικά: Titanic) είναι αμερικανική δραματική, αισθηματική ταινία εποχής, παραγωγής 1997 σε σενάριο και σκηνοθεσία του Τζέιμς Κάμερον βασισμένη στο διασημότερο ναυάγιο όλων των εποχών, αυτό του υπερωκεάνιου Τιτανικός που βυθίστηκε στις 14 Απριλίου 1912.

Πρωταγωνιστούν οι Λεονάρντο Ντι Κάπριο και Κέιτ Γουίνσλετ. Η ταινία αφηγείται την ιστορία του Τζακ και της Ρόουζ, δύο νεαρών ατόμων από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, που ερωτεύονται πάνω στο πλοίο ενώ αυτό κάνει το μοιραίο του ταξίδι. Παρ' όλο που οι δύο αυτοί κεντρικοί ήρωες είναι πλασματικοί, αρκετοί χαρακτήρες βασίζονται σε πραγματικούς ανθρώπους. Η Γκλόρια Στιούαρτ υποδύεται την ηλικιωμένη Ρόουζ που αφηγείται την ιστορία και ο Μπίλυ Ζέιν τον αρραβωνιαστικό της νεαρής Ρόουζ. Ο Κάμερον εμπνεύστηκε την ερωτική ιστορία με σκοπό να δεσμεύσει το κοινό με την πραγματική τραγωδία.

Η παραγωγή της ταινίας ξεκίνησε το 1995, όταν ο Κάμερον τράβηξε κάποια πλάνα από τον πραγματικό "Τιτανικό". Έτσι ξεκίνησε η ανακατασκευή του πλοίου και με ηλεκτρονικούς υπολογιστές αναδημιούργησαν το βύθισμα. Η ταινία χρηματοδοτήθηκε κυρίως από τη 20th Century Fox και την Paramount Pictures και μέχρι τότε ήταν η πιο ακριβή παραγωγή που έγινε ποτέ με προϋπολογισμό 200 εκατομμύρια δολάρια.

Ο Τιτανικός είχε αρχικά προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει στις 2 Ιουλίου 1997, όμως λόγω καθυστέρησης στο post-production κυκλοφόρησε στις 19 Δεκεμβρίου 1997. Η ταινία αποδείχτηκε τεράστια καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία. Προτάθηκε για 14 βραβεία Όσκαρ κερδίζοντας 11 και έγινε η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία όλων των εποχών, έναν τίτλο που κράτησε 12 χρόνια, μέχρι την επόμενη ταινία του Κάμερον Άβαταρ (Avatar, 2010) που το ξεπέρασε.

Στις 6 Απριλίου 2012 αναμένεται η επανακυκλοφορία της ταινίας σε μορφή 3D.

19 Δεκεμβρίου 1983: Το αυθεντικό Παγκόσμιο Κύπελλο Ζιλ Ριμέ, που είχε κατακτήσει η Βραζιλία το 1970 στα γήπεδα του Μεξικού, κλέπτεται από τα γραφεία της Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας της Βραζιλίας στο Ρίο Ντε Ζανέιρο.

Από το 1930 μέχρι το 1970, στους νικητές δινόταν το τρόπαιο Ζιλ Ριμέ (φωτό). Αρχικά ήταν γνωστό ως Παγκόσμιο Κύπελλο, αλλά το 1946 μετονομάστηκε σε Ζιλ Ριμέ προς τιμήν του ανθρώπου που διοργάνωσε το Πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου του 1970, η ποδοσφαιρική ομάδα της Βραζιλίας κέρδισε το Παγκόσμιο Κύπελλο για τρίτη φορά και αποφασίστηκε να της δοθεί το κύπελλο μόνιμα. Όμως κλάπηκε το 1983 και δεν βρέθηκε ποτέ.

Μετά το 1970, σχεδιάστηκε ένα νέο τρόπαιο, γνωστό σαν Τρόπαιο του Παγκόσμιου Κυπέλλου. Μετά τη κλοπή του Ζιλ Ριμέ, αποφασίστηκε να μη δοθεί ποτέ σε κανέναν μόνιμα, όσες φορές κι αν το κερδίσει μια ομάδα. Η Αργεντινή, Η Γερμανία (ως Δυτική Γερμανία), η Ιταλία κι η Βραζιλία, έχουν κερδίσει το δεύτερο τρόπαιο δύο φορές. Το τρόπαιο δεν θα αντικατασταθεί μέχρι το 2038, οπότε και θα γεμίσει ο χώρος στο κύπελλο, όπου αναγράφονται τα ονόματα των τροπαιούχων.

Το τρόπαιο έχει ύψος 36 εκατοστά, είναι από χρυσό 18 καρατίων και ζυγίζει 10,97 κιλά. Η βάση του αποτελείται από δυο στρώματα ημιπολύτιμου μαλαχίτη και στο κάτω μέρος του αναγράφονται οι χρονιές και οι νικητές του κυπέλλου από το 1974 και ύστερα.

Οι νικητές κρατάνε το κύπελλο για 4 χρόνια, μέχρι την επόμενη διοργάνωση και ύστερα παίρνουν ένα επιχρυσωμένο ακριβές αντίγραφο

19 Δεκεμβρίου 1980: Πυρπολούνται τα πολυκαταστήματα Μινιόν και Κατράντζος στην Αθήνα. Το συμβάν αποδίδεται σε τρομοκρατική ενέργεια.

Τα ξημερώματα της 19ης Δεκεμβρίου 1980 δύο ταυτόχρονες πυρκαϊές κατέστρεψαν δύο από τα ιστορικότερα πολυκαταστήματα της Αθήνας, «Μινιόν» και «Κατράντζος», εν μέσω της εορταστικής περιόδου. Επρόκειτο για εμπρησμούς και αποδόθηκαν από τις αρχές σε τρομοκρατικές ενέργειες.

Στις 3:07 το πρωί της Παρασκευής αυτόπτες μάρτυρες και στα δύο πολυκαταστήματα άκουσαν εκρήξεις και δευτερόλεπτα μετά είδαν φλόγες να ξεπηδούν από τα δύο κτήρια. Μέσα σε λίγα λεπτά έγιναν παρανάλωμα του πυρός, εξαιτίας των εύφλεκτων υλικών και της απουσίας χωρισμάτων στους ορόφους.

Η Πυροσβεστική, που έφθασε και στα δύο σημεία μισή ώρα αργότερα με 38 οχήματα και 170 άνδρες, είχε να επιτελέσει δύσκολο έργο. Κύριο μέλημά της ήταν να αποτρέψει την επέκταση της φωτιάς στα διπλανά κτίρια. Επιτόπου κατέφθασε και ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης, που μίλησε για «μεγάλη καταστροφή». Πριν από λίγες ώρες υπεράσπιζε στη Βουλή τον πρώτο και τελευταίο προϋπολογισμό της πρωθυπουργικής του θητείας. Βρισκόμαστε ήδη στον αστερισμό του Ανδρέα Παπανδρέου και του ΠΑΣΟΚ, που βρισκόταν προ των πυλών της εξουσίας.

Η φωτιά είχε τέτοια ένταση, που από το Μινιόν απέμεινε μόνο ο σκελετός, ενώ το κτίριο του Κατράντζου κατέρρευσε. Οι ζημιές σύμφωνα με τους πρώτους υπολογισμούς της Πυροσβεστικής ανήλθαν σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές. Ο δημιουργός και ψυχή του «Μινιόν» Γιάννης Γεωργακάς υπολόγισε μόνο σε 2 δισεκατομμύρια δραχμές το εμπόρευμα που χάθηκε, ενώ, όπως δήλωσε, το κατάστημα ήταν ασφαλισμένο μόνο για 200 εκατομμύρια δραχμές.

Με δηλώσεις του ο Ανδρέας Παπανδρέου κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «επιτρέπει σε παρακρατικά και εγκληματικά στοιχεία να επιδίδονται σε καταστροφές που θίγουν επαγγελματίες και εργαζόμενους, καθώς και τη γαλήνη του κόσμου». Για «σκοτεινή υπόθεση» έκανε λόγο το ΚΚΕ. Ο πρωθυπουργός Γεώργιος Ράλλης ενημέρωσε το πρωί τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Καραμανλή και σε δηλώσεις του κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ για «εκμετάλλευση του τραγικού γεγονότος».




Τα κατεστραμμένα κτίρια.Στις 22 Δεκεμβρίου ήλθε και η επιβεβαίωση της τρομοκρατικής ενέργειας. Την ευθύνη για τους εμπρησμούς ανέλαβε η νεοεμφανιζόμενη «Επαναστατική Οργάνωση Οκτώβρης 80», που ήταν παρακλάδι του ΕΛΑ. Στην προκήρυξή της, που ταχυδρομήθηκε στις εφημερίδες, δικαιολόγησε την επίθεση στα πολυκαταστήματα υποστηρίζοντας ότι «κάθε επιχείρηση, έτσι και αυτές στηρίζονται στην εκμετάλλευση των προλετάριων. Τα αφεντικά εκμεταλλεύονται την ανάγκη των προλετάριων να έχουν ένα εισόδημα για να ζήσουν και τους στριμώχνουν στο μεροκάματο, την αλλοτρίωση και τη μιζέρια».

Η Αστυνομία από την πρώτη στιγμή προχώρησε στη σύλληψη ενός υπόπτου, αλλά αφέθηκε ελεύθερος, καθώς δεν προέκυψαν σε βάρος του επιβαρυντικά στοιχεία. Αργότερα, συνέλαβε δύο αδελφές, την Αικατερίνη και την Ευαγγελία Τσαγκαράκη, 23 και 20 ετών αντίστοιχα, επειδή η μία σχετιζόταν με άτομα του αντιεξουσιαστικού χώρου. Τα στοιχεία της Ασφάλειας δεν άντεξαν στη δικαστική βάσανο και ο ανακριτής της υπόθεσης Μιχάλης Μαργαρίτης (ο δικαστής της 17Ν) τις άφησε ελεύθερες.

Οι εμπρησμοί στα πολυκαταστήματα «Κατράντζος» και «Μινιόν» ήταν μόνο η αρχή. Το εφιαλτικό σκηνικό επαναλήφθηκε στις 3 Ιουνίου 1981 με την ταυτόχρονη πυρπόληση των πολυκαταστημάτων «Κλαουδάτος» και «Ατενέ» και σε μικρότερη έκταση στις 4 Ιουλίου στον «Δραγώνα» και τρεις μέρες αργότερα στο πολυκατάστημα «Λαμπρόπουλος» στον Πειραιά. Το μπαράζ αυτό των εμπρηστικών επιθέσεων έβαλε την «ταφόπλακα» στο ελληνικό λιανεμπόριο και οδήγησε στην εισβολή των ξένων πολυκαταστημάτων στη χώρα μας.

Θέση για τη διπλή εμπρηστική επίθεση της 19ης Δεκεμβρίου πήρε και ο ΕΛΑ, που κατήγγειλε όσους είχαν αποχωρήσει από τις τάξεις του. Μάλιστα, αποκάλυψε στο περιοδικό «Αντιπληροφόρηση» ότι η εμπρηστική ουσία έχει εισαχθεί από την Ολλανδία και χρησιμοποιείται για την επιτάχυνση της φωτιάς σε πετρελαιοπηγές. Κριτική στο διπλό τρομοκρατικό χτύπημα άσκησε και η 17Ν. Με προκήρυξή της, που δημοσιοποιήθηκε στις 24 Ιουλίου 1981, υποστήριξε ότι ήταν «επιχειρησιακά ασυντόνιστες, όχι κατάλληλα προετοιμασμένες και πολιτικά επιβλαβείς».

Μέχρι σήμερα, οι δύο υποθέσεις εμπρησμών στα πολυκαταστήματα «Κατράντζος» και «Μινιόν», όπως και οι άλλες τέσσερις που ακολούθησαν, παραμένουν ανεξιχνίαστες και έχουν παραγραφεί δικαστικά.

19 Δεκεμβρίου 1971: Κάνει πρεμιέρα η ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ «Το Κουρδιστό Πορτοκάλι».



Σκηνοθεσία Στάνλεϊ Κιούμπρικ
Παραγωγή Στάνλεϊ Κιούμπρικ
Σενάριο Άντονι Μπέρτζες, Στάνλει Κιούμπρικ
Πρωταγωνιστές Μάλκολμ Μακντάουελ, Πάτρικ Μαγκί, Μαϊκλ Μπέιτς, Γουόρεν Κλαρκ, Τζων Κλαϊβ
Πρώτη προβολή 19 Δεκεμβρίου 1971
Διάρκεια 137 λεπτά
Γλώσσα Αγγλικά

Το Κουρδιστό Πορτοκάλι (A Clockwork Orange) είναι ταινία επιστημονικής φαντασίας του 1971, σκηνοθετημένη από τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ. Η ταινία είναι βασισμένη πάνω στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Άντονι Μπέρτζες. Θεματολογικά, πρόκειται για μια σπουδή πάνω στη βία, τόσο των συμμοριών όσο και του κράτους και του σωφρονιστικού συστήματος. Θεωρήθηκε εξτρεμιστική για την εποχή της και απαγορεύτηκε σε αρκετές χώρες. Ο ίδιος ο Κιούμπρικ, ενοχλημένος από την απαγόρευση, ζήτησε η ταινία του να μην προβληθεί στην Αγγλία παρά μόνο μετά το θάνατό του.


Υπόθεση
Στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον μια ομάδα νεαρών προβαίνει σε βιαιότητες: βανδαλισμούς, κλοπές, βιασμούς χωρίς λόγο ενώ δείχνει να το διασκεδάζει πολύ. Μετά από ένα ατυχές συμβάν, ο Άλεξ βρίσκεται στη φυλακή όπου διαλέγει να ακολουθήσει ένα νέο σωφρονιστικό πρόγραμμα που επινόησε η κυβέρνηση. Στην ουσία πρόκειται για ένα παβλοφικό πείραμα με πειραματόζωο τον ίδιο.

Η ταινία πραγματεύεται το διχαστικό ερώτημα το οποίο ετίθετο κατά τη δεκαετία του 60 με την ιδιαίτερη έξαρση της βίας, σχετικά με την αντιμετώπιση της. Μέσα από μια άκρως σουρεαλιστική διάσταση ο Κιούμπρικ θέτει στο κοινό της εποχής το ερώτημα αν αξίζει να θυσιαστεί το αγαθό της ελευθερίας της έκφρασης ακόμα και αν αυτή επιδρά στην έννομη τάξη ή τελικά η ανθρωπότητα πρέπει να οδηγηθεί στην ανάγκη εξάλειψης της βίας ακόμα και αν αυτή επιφέρει δραματικές επιπτώσεις στον άνθρωπο. Η σουρεαλιστική διάθεση μάλιστα του σκηνοθέτη τον οδηγεί κατά τη διάρκεια της ταινίας να χρησιμοποιήσει σχήματα τραγικής ειρωνείας αλλά και να επιδείξει τις τάσεις ρεβανσισμού από τα κατάλοιπα της βίας όπως αυτή προκαλείται από τις αλυσιδωτές αντιδράσεις μια κοινωνίας, η οποία αδυνατεί να υπερβεί την έννοια της «ψυχολογίας των μαζών» όπως αυτή περιγράφεται από τις φροϋδικές αντιλήψεις.

19 Δεκεμβρίου 1909: Ιδρύεται στη Γερμανία η ποδοσφαιρική ομάδα της Μπορούσια Ντόρτμουντ.

Πλήρες όνομα Ballspiel-Verein Borussia 1909 e. V. Dortmund
Σύντομο όνομα BV Borussia Dortmund
Έτος ίδρυσης 1909
Έδρα Βεστφάλενσταντιον Ντόρτμουντ, Γερμανία
Χωρητικότητα 81.264 θέσεις
Πρόεδρος  Ρεϊνάλντ Ράιμπολ
Προπονητής Γιούργκεν Κλοπ
Κατηγορία Μπουντεσλίγκα
2010-2011 Μπουντεσλίγκα, 1η (Πρωταθλήτρια)

Η Μπορούσια Ντόρτμουντ (γερμανικά: BV Borussia Dortmund) είναι μια από τις πιο επιτυχημένες και δημοφιλέστερες γερμανικές ομάδες ποδοσφαίρου. Έδρα της είναι το Βεστφάλενσταντιον στο Ντόρτμουντ. Η ονομασία "Μπορούσια" σημαίνει στα λατινικά Πρωσία. Εκτός από επτά γερμανικά πρωταθλήματα και δυο γερμανικά κύπελλα, η ομάδα κατέκτησε το 1966 το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης(πρώτη γερμανική ομάδα που κατακτά ευρωπαϊκό κύπελλο) και το 1997 το Τσάμπιονς Λιγκ. Το ίδιο έτος κέρδισε το Διηπειρωτικό Κύπελλο.

Ιστορία
Ιδρύθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1909 από μία ομάδα νέων που θέλησε να ανεξαρτητοποιηθεί από την ομάδα της Εκκλησίας. Αρχικά η ομάδα κυανόλευκες φανέλες με μαύρο σορτσάκι, ενώ από το 1913 φορά τα κιτρινόμαυρα, που έχει μέχρι και σήμερα. Ενώ αρχικά είχε ιδρυθεί ως καθαρά ποδοσφαιρικός σύλλογος, σήμερα διαθέτει και τμήματα επιτραπέζιας αντισφαίρισης και χάντμπολ.

Μέχρι το 1937 η έδρα της Μπορούσια ήταν το γήπεδο Βάισε Βίζε στον βορρά του Ντόρτμουντ, κοντά στις βιομαχανικές εγκαταστάσεις της Hoesch AG. Μετά από ανακαίνιση το 1924, το γήπεδο είχε χώρο για 10.000 θεατές. Όταν το 1937 η γερμανική ηγεσία αποφάσισε στα πλαίσια προετοιμασίας για τον πόλεμο να επεκτείνει τις εγκαταστάσεις της Hoesch, η Μπορούσια αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τοΒάισε Βίζε. Νέα έδρα έγινε το Στάδιο Ρότε Έρντε στο νότο της πόλης, όπου η ομάδα είχε μεγάλες επιτυχίες στις δεκαετίες του 1950 και 1960. Το στάδιο βρίσκεται δίπλα στο σημερινό γήπεδο της Μπορούσια (Βεστφάλενσταντιον), έχει χωρητικότητα 25.000 θέσεις και χρησιμοποιείται σήμερα μεταξύ άλλων για αγώνες της δεύτερης ομάδας αντρών. Στη σεζόν 1974/75 η ομάδα μετακόμισε στο Βεστφάλενσταντιον, το οποίο είχε κατασκευαστεί στα πλαίσια του Παγκοσμίου Κυπέλλου 1974. Το διάστημα εκείνο η Μπορούσια έπαιζε στην Β΄Εθνική.

Τίτλοι
Γερμανικό Πρωτάθλημα: 1956, 1957, 1963
Μπουντεσλίγκα: 1995, 1996, 2002, 2011
Κύπελλο Γερμανίας: 1965, 1989
Τσάμπιονς Λιγκ: 1997
Κύπελλο Κυπελλούχων: 1966
Διηπειρωτικό Κύπελλο: 1997

19 Δεκεμβρίου 1843: Ο άγγλος συγγραφέας Κάρολος Ντίκενς εκδίδει το διήγημα Χριστουγεννιάτικη Ιστορία (A Christmas Carol).


A Christmas Carol in Prose: Being a Ghost Story of Christmas

Από την πρώτη έκδοση του 1843

Συγγραφέας Κάρολος Ντίκενς
Είδος Νουβέλα
Εκδότης Chapman & Hall
Γλώσσα Αγγλική
Πρώτη έκδοση 19 Δεκεμβρίου 1843



Η Χριστουγεννιάτικη Ιστορία (πρωτότυπος τίτλος: A Christmas Carol) είναι μια νουβέλα του Άγγλου συγγραφέα Καρόλου Ντίκενς που πρωτοδημοσιεύτηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1843. Αναφέρεται στην ιδεολογική, ηθική και συναισθηματική μεταστροφή του παράξενου και τσιγκούνη Εμπενίζερ Σκρουτζ μετά την υπερφυσική επίσκεψη που δέχτηκε από τον πεθαμένο συνεταίρο του Τζέικομπ Μάρλεϊ και από τα φαντάσματα των Χριστουγέννων του Παρελθόντος, του Παρόντος και του Μέλλοντος. Η νουβέλα είχε άμεση επιτυχία και αποδοχή τόσο από το κοινό όσο και από τους κριτικούς.

μεταφρασμένη η νουβέλα εδώ: http://users.uoa.gr/~nektar/arts/prose/charles_dickens_christmas_tales.htm

19 Δεκεμβρίου 1915: γεννιέται η διάσημη Γαλλίδα τραγουδίστρια Εντίθ Πιάφ, το "σπουργιτάκι" του γαλλικού τραγουδιού.


H Εντίθ Πιάφ . Το πραγματικό της όνομα ήταν Εντίθ Τζοβάνα Γκασιόν (Édith Giovanna Gassion) και ήταν Γαλλίδα τραγουδίστρια, ίσως η πιο σημαντική παρουσία στη γαλλική σκηνή των βαριετέ. Τραγούδια όπως το La vie en rose (1946) και το Non, je ne regrette rien (1960), εκτόξευσαν τη φήμη της και την κατέστησαν την πιο δημοφιλή τραγουδίστρια της Γαλλίας.

Τα πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στις 19 Δεκεμβρίου του 1915, κάτω από μια λάμπα γκαζιού. Ο πατέρας της, Λουί Αλφόνς Γκασσιόν, ήταν ακροβάτης του δρόμου και η μητέρα της, Ανιτά Μεγιάρ (Anita Maillard), ήταν λυρική τραγουδίστρια, γνωστή με το ψευδώνυμο Line Marsa. Λίγες εβδομάδες μετά τη γέννησή της την εγκατέλειψε και η μικρή Εντίθ περνάει τα πρώτα της χρόνια πρώτα κοντά στη μητρική της γιαγιά. Το 1917 ο πατέρας της, που εργαζόταν ως ακροβάτης στο τσίρκο Ciotti, την πήγε στη δική του μητέρα, η οποία ζούσε στο Μπερνέ (Bernay) της (Νορμανδίας) και ήταν ιδιοκτήτρια ενός οίκου ανοχής. Το 1919 η Εντίθ αρρωσταίνει από κάποια πάθηση στον εγκέφαλο και τυφλώνεται. Μετά από δύο χρόνια όμως θεραπεύεται χωρίς τη βοήθεια γιατρού και η όρασή της επανέρχεται. Ήταν εφτά χρονών, όταν ο πατέρας της άρχισε να την παίρνει μαζί του στις περιοδείες που έκανε με το τσίρκο και γυρνά μαζί του όλη τη Γαλλία. Στα δέκα της η Εντίθ άρχισε να τραγουδάει στους δρόμους. Αν και ο πατέρας της ήθελε να την κάνει ακροβάτη, γρήγορα κατάλαβε πως η κόρη του είχε "όλο το ταλέντο στο λαιμό και καθόλου στο κορμί" – όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος.

Η καριέρα 
Στα 15, έχοντας ανακαλύψει τη θαυμάσια φωνή της, εγκατέλειψε τον πατέρα της για να ζήσει στο Παρίσι, τραγουδώντας στους δρόμους. Στα 17, συναντά τον Λουί Νυυπόν (Louis Dupont), ζουν μαζί και σε ένα χρόνο, στις 11/2/1933, κάνουν ένα κοριτσάκι, τη Μαρσέλ, που όμως μετά από δύο χρόνια πεθαίνει από μηνιγγίτιδα. Εκείνη συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους της Πιγκάλ, όπου και γνωρίζει τον Λουί Λεπλέ (Louis Leplée), διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία. Μαγεμένος από τη φωνή της υπογράφει συμβόλαιο μαζί της και τη βαφτίζει «Môme Piaf» (μικρό σπουργίτι). Το 1935 της βγάζει και τον πρώτο της δίσκο. Λίγο αργότερα όμως ο μέντοράς της Λεπλέ δολοφονείται και η ίδια κατηγορείται πως γνωρίζει τον δολοφόνο αλλά δεν τον καταδίδει. Αν και αθωώθηκε με τη βοήθεια ενός νέου συντρόφου, του τραγουδοποιού Ρεμόν Ασό (Raymond Asso), που είναι τρελά ερωτευμένος μαζί της, φεύγει για να ζήσει στην επαρχία αλλά επιστρέφει στο Παρίσι το 1937.
Κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου πολέμου και τη γερμανική κατοχή, δίνει συναυλίες για αιχμάλωτους πολέμου. Εισάγει πλαστές άδειες εργασίας στα κέντρα κράτησης αιχμαλώτων και βοηθάει πολλούς Γάλλους φαντάρους να δραπετεύσουν. Γύρω στα 23 της είναι πια μια μεγάλη προσωπικότητα και γυρνάει την πρώτη της ταινία που θριαμβεύει. Από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους. Στα 30 της ερωτεύεται τον Υβ Μοντάν και αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του. Στα τέλη του 1945, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της La vie en rose, που στην αρχή περνά αδιάφορη. Καθ’ όλη την καριέρα της γράφει περίπου 80 τραγούδια.

Το αλκοόλ 
Γνωρίζει μεγάλες δόξες και στη Νέα Υόρκη, όπου ερωτεύεται τον βασιλιά του μποξ, Μερσέλ Σερντάν και ζουν ένα από τα πιο φημισμένα ρομάντζα της εποχής. Ο ξαφνικός θάνατος του Σερντάν σε αεροπορικό δυστύχημα, το 1949, βυθίζει την Πιάφ σε κατάθλιψη, που ποτέ δεν ξεπερνά πραγματικά. Το 1951 έχει δύο σοβαρά τροχαία, ενώ μετά το δεύτερο οι γιατροί της δίνουν για καιρό μορφίνη, στην οποία εθίζεται. Η Πιάφ την ανακατεύει μαζί με αλκοόλ, χειροτερεύοντας έτσι την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της.
Το 1952, παντρεμένη με τον τραγουδιστή Ζακ Πιλ, στην πεντηκοστή τουρνέ της στην Αμερική, σε κάποια ρεσιτάλ της συνοδεύεται στο πιάνο από τον νεαρό τότε Ζιλμπέρ Μπεκό. Εκείνη την εποχή ακολουθεί πολλές θεραπείες αποτοξίνωσης, μα οι ουσίες την έχουν καταβάλει. Παρ’ αυτά κάνει εξαιρετικές ηχογραφήσεις.
Τα επόμενα 2 χρόνια μένει κλεισμένη σπίτι της σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση, μα το 1955, μόλις μαθαίνει πως θα τραγουδήσει στο θέατρο Ολυμπιά, με αφάνταστη ενέργεια δίνει μια αψεγάδιαστη παράσταση. Χωρίζουν με τον Πιλ το 1956. Με μεγάλο ζήλο κάνει άλλη μια περιοδεία στην Αμερική και είναι πια μια διεθνής σταρ. Το 1958 ζει μια ακόμα έντονη σχέση δίπλα στον νεότερο τραγουδιστή και συνθέτη Ζορζ Μουστακί, ο οποίος το 1959 συνθέτει γι αυτήν το τραγούδι Milord που κυκλοφόρησε το 1960 και λίγο αργότερα γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Άλλο ένα σοβαρό τροχαίο αποδυναμώνει περισσότερο την Πιάφ. Μετά από λίγους μήνες καταρρέει κατά τη διάρκεια κονσέρτου της σε κατάμεστη αίθουσα της Νέας Υόρκης.

Η ασθένεια 
Σ' ένα κονσέρτο στη Στοκχόλμη, στα τέλη της δεκαετίας του '50, καταρρέει επάνω στην πίστα και η διάγνωση των γιατρών είναι ανίατος καρκίνος. Η Πιάφ δεν πτοείται και συνεχίζει να εμφανίζεται κάνοντας περιοδείες όπως και πριν, συνοδευόμενη όμως από μια νοσοκόμα που της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους.
Το 1960, τραγουδά με επιτυχία το «Non, Je Ne Regrette Rien» (Όχι, δεν μετανιώνω για τίποτα) του Σαρλ Ντυμόν και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρεκλίζει και παραπατά στη σκηνή. Το καλοκαίρι του 1961, γνωρίζει τον κατά πολύ νεότερό της, τελευταίο της έρωτα, τον Έλληνα Θεοφάνη Λαμπουκά, που τον βαπτίζει "Τεό Σαγαπό" και τον παντρεύεται τον Οκτώβριο του 1962 (στα 46 της εκείνη και 26 εκείνος). Εκείνο το καλοκαίρι παίρνει επίσης το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας Charles Cros για το σύνολο της καριέρας της.

Ο θάνατος
Η Εντίθ Πιάφ σβήνει την ίδια μέρα με τον φίλο της, Ζαν Κοκτώ, στις 11 Οκτωβρίου του 1963, μόλις στα 48 της χρόνια στο Plascassier, κοντά στο Grasse από κίρρωση. Ο σύζυγός της μεταφέρει την ίδια μέρα του θανάτου της τη σορό της στη «δική της πόλη», το Παρίσι. Ο τάφος της βρίσκεται στο παρισινό κοιμητήριο Περ Λασέζ.
Η Πιάφ έφυγε φτωχή αφήνοντας στον τελευταίο σύζυγό της πολλά χρέη και μια τεράστια ιστορία. Μαζί με την καριέρα της ως τραγουδίστρια (ηχογράφησε πάνω από 200 τραγούδια) βοηθούσε και στην προώθηση νεαρών ταλέντων στη μουσική σκηνή της εποχής εκείνης. Είχε μεταξύ άλλων μεγάλη συμμετοχή στην προώθηση καλλιτεχνών, όπως Σαρλ Αζναβούρ, Ζιλμπέρ Μπεκό, Έντι Κονσταντέν, Υβ Μοντάν, Ζορζ Μουστακί, Ζακ Πιλ κλπ.

Για την Πιάφ
Πολλοί καλλιτέχνες επανεκτελούν τραγούδια της και επισκέπτονται το γλυπτό που στήθηκε προς τιμήν της στο Παρίσι, πάνω στην πλατεία που φέρει το όνομά της, λίγα μέτρα από το νοσοκομείο Τενό (Tenon), όπου γεννήθηκε. Στο Παρίσι υπάρχει επίσης ένα μουσείο με το όνομά της (Musée Edith Piaf), στο οποίο μπορεί κανείς να δει διάφορα προσωπικά αντικείμενα της καλλιτέχνιδας, όπως ένα από τα φορέματά της και την συλλογή από πορσελάνες της.
Το 2006 ο Ολιβιέ Νταάν (Olivier Dahan) γυρίζει τη ζωή της Γαλλίδας τραγουδίστριας σε ταινία με τίτλο "La Môme" (το νεαρό κορίτσι). Στην Ελλάδα προβλήθηκε με τον τίτλο «Ζωή σαν Τριαντάφυλλο». Στον πρωταγωνιστικό ρόλο της ταινίας, που εμφανίστηκε και στο Φεστιβάλ κινηματογράφου στο Βερολίνο, παίζει η Γαλλίδα ηθοποιός Μαριόν Κοτιγιάρ, ρόλο για τον οποίο κέρδισε το 2008 το Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου.
Η ζωή της Εντίθ Πιάφ αποτέλεσε όμως περιεχόμενο και στις ταινίες του σκηνοθέτη Κλωντ Λελούς, με τίτλο "Η Εντίθ και ο Μαρσέλ" το 1983 (πρωταγωνιστεί η Evelyne Bouix) και "Guy Casaril" (με την Brigitte Ariel).
47 χρόνια μετά το θάνατό της ο Αλέν Ντελόν, ο οποίος την γνώριζε προσωπικά, συνέγραψε και ανέβασε μια μουσική παράσταση με τίτλο "Edith Piaf, Une Vie en Rose et Noir" (Εντίθ Πιαφ, μια ζωή σε ροζ και μαύρο), η οποία στη παγκόσμια περιοδεία της ήρθε και στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη το 2010 και 2011 αντίστοιχα

Μεγαλύτερες επιτυχίες
1945 - La vie en rose
1945 - Les Trois Cloches
1949 - Hymne à l'amour
1951 - Padam... Padam...
1954 - Sous le ciel de Paris
1956 - Non, je ne regrette rien
1956- Heaven Have Mercy
1956 - Les amants d'un jour
1957 - La foule
1959 - Milord

Heaven Have Mercy
"Heaven Have Mercy" είναι ένα τραγούδι σε στίχους Rick French και μουσική M. Philippe Gérard. Το τραγούδι εκτελέστηκε από την Εντίθ Πιαφ το 1960 και ανήκει στην δισκογραφία της στην αγγλική γλώσσα.
Το "Heaven Have Mercy" μπορεί να χαρακτηριστεί ως ένα θρήνος για μια χαμένη αγάπη. Η τραγουδίστρια εξιστορείται ένα έρωτα με άδοξο τέλος. Το τραγούδι αρχίζει με μια πολύ λυπητερή μελωδία (σαν μια κηδεία) την οποία ο ακροατής αισθάνεται αμέσως με το δικό του τρόπο. Η ένταση της φωνής και η μουσική δημιουργεί την κατάλληλη ατμοσφαίρα.
Το τραγούδι μπορεί να χωριστεί σε 3 κομμάτια. Το πρώτο κομμάτι επιμαρτυρά όλη την πικρία και την απώλεια την οποία βιώνει η τραγουδίστρια. Το ρεφρέν, το οποίο αποτελεί το δεύτερο μέρος, αποτυπώνει μια κραυγή η οποία επαναλαμβάνει το τίτλο του τραγουδιού. Το τρίτο μέρος αλλάζει υφολογικά και η τραγουδίστρια θυμάται τις καλές στιγμές που είχε με τον αγαπημένο της (έχει πεθάνει στον πόλεμο). Έπειτα, η μουσική έχει το ύφος με το πρώτο μέρος και η Piaf αρχίζει να διηγείται όλα τα όνειρα τα οποία είχε κάνει με τον αγαπημένο της όπως να κάνουν ένα αγόρι με δικά του μάτια και δικιά της μύτη. Το τραγούδι τελειώνει με το ίδιο ρεφρέν ενώ η τραγουδίστρια σκέφτεται να πεθάνει

Βιβλία που γράφτηκαν για την ζωή της Εντίθ Πιάφ
Συγγραφέας Marc Bonel: Edith Piaf. Le temps d'une vie, Fallois, Παρίσι 1993.
Συγγραφέας Matthias Henke: Edith Piaf. "Εθισμένη για επιθυμία!", Μόναχο 1998.
Συγγραφέας Monique Lang: Edith Piaf.Η ζωή της Piaf σε στίχους και εικόνες, Φρανκφούρτη 2004.
Συγγραφέας André Larue: Edith Piaf. L'amour toujours, Lafon, Παρίσι 1993.