Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2015

13 Δεκεμβρίου 1996: Ο Κόφι Ανάν εκλέγεται Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών.


Ο Κόφι Ανάν (8 Απριλίου 1938 - ) ήταν ο έβδομος γενικός γραμματέας του Ο.Η.Ε. από το 1997 μέχρι το 2006.

Γεννήθηκε στο Κούμασι (Kumasi) της Γκάνας και σπούδασε οικονομικά και διοίκηση επιχειρήσεων στην Γκάνα, τις ΗΠΑ και την Ελβετία. Το 1962 άρχισε να εργάζεται στον Ο.Η.Ε. ως διοικητικός και οικονομικός υπάλληλος του Παγκοσμίου Οργανισμού Υγείας στην Γενεύη. Κατόπιν ανέλαβε διάφορες διοικητικές θέσεις σε οργανισμούς και υπηρεσίες του ΟΗΕ, φθάνοντας έως τις θέσεις του βοηθού γενικού γραμματέα για θέματα διαχείρισης προσωπικού (1987-1990), του βοηθού γενικού γραμματέα για θέματα προγραμματισμού (1990-1992), του βοηθού γενικού γραμματέα και του δεύτερου γενικού γραμματέα για θέματα ειρηνευτικών αποστολών (1992-1996).

Την 13 Δεκεμβρίου 1996, ο Κόφι Ανάν ανέλαβε τη θέση του γενικού γραμματέα του Ο.Η.Ε. σε αντικατάσταση του αιγυπτίου Μπούτρος Μπούτρος-Γκάλι. Η θητεία του στη θέση αυτή ανανεώθηκε την 1 Ιανουαρίου 2002 και έληξε στις 31 Δεκεμβρίου 2006. Eίναι ο δεύτερος αφρικανός γενικός γραμματέας του ΟΗΕ και ο πρώτος διοικητικός υπάλληλος του Οργανισμού που κατόρθωσε να φτάσει μέχρι την υψηλότερη διοικητική και πολιτική βαθμίδα των Ηνωμένων Εθνών.

Ο Κόφι Ανάν θεωρείται από τους πιο διακριτικούς και ευέλικτους διπλωμάτες. Ως γενικός γραμματέας του ΟΗΕ προσπάθησε «να φέρει τον Οργανισμό κοντά στον κόσμο». Στα επιτεύγματα της θητείας του συμπεριλαμβάνονται η απομάκρυνση των ινδονησιακών στρατευμάτων κατοχής από το Ανατολικό Τιμόρ (1999), η απομάκρυνση του Ισραηλινού Στρατού από τον Νότιο Λίβανο (2000), καθώς και διάφορες πρωτοβουλίες για την επίλυση πολλών προβλημάτων του πλανήτη (AIDS, φτώχεια, κ.ά.). Το 2001 του απονεμήθηκε από κοινού με τον ΟΗΕ το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης

Στις αποτυχίες του Κόφι Ανάν συμπεριλαμβάνονται η μη αποτελεσματική επίλυση του πολέμου της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και ο διαμελισμός της χώρας, η ασυντόνιστη συμμετοχή του ΟΗΕ για την ειρήνευση στο Κοσσυφοπέδιο, η επίθεση των ΗΠΑ και της Βρετανίας στο Ιράκ το 2003 χωρίς την έγκριση του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε., καθώς και η αδυναμία επιβολής μίας δίκαιης λύσης στα προβλήματα παράνομης κατοχής στην Παλαιστίνη και την Κύπρο. Κατά πολλούς παρατηρητές, ο Κόφι Ανάν δεν μπόρεσε να δείξει την απαραίτητη πυγμή και ανεξαρτησία αποφάσεων απέναντι στους Αμερικανούς, με αποτέλεσμα να έχει πληγεί ανεπανόρθωτα η παγκόσμια αξιοπιστία του Ο.Η.Ε..

Ο Κόφι Ανάν μιλάει απταίστως αγγλικά, γαλλικά και διάφορες αφρικανικές γλώσσες. Είναι παντρεμένος με την σουηδή δικηγόρο και καλλιτέχνιδα Νάνε Ανάν, με την οποία έχει αποκτήσει τρία παιδιά.

13 Δεκεμβρίου 2007: Υπογράφεται η Συνταγματική Συνθήκη στη Λισαβόνα από τους ηγέτες των 27 χωρών της ΕΕ.


Η Συνθήκη της Λισαβόνας, (γνωστή και ως Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, ή Νέα Συνθήκη) είναι μία διεθνής συνθήκη συνασπισμού των Χωρών - μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που υπογράφηκε στις 13 Δεκεμβρίου του 2007 στη σύνοδο κορυφής της Λισαβόνας, στην οποία συμμετείχαν οι πολιτικοί αρχηγοί και οι υπουργοί εξωτερικών των κρατών μελών Ε.Ε. και η οποία υποκαθιστά το εγκαταλειφθέν "Ευρωπαϊκό Σύνταγμα", τροποποιώντας τις υπάρχουσες συνθήκες για την Ευρωπαϊκή Ένωση και για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Η επίσημη ονομασία της συνθήκης, που προκλήθηκε "Συνθήκη της Λισαβόνας για την τροποποίηση της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας", είναι Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία και περιλαμβάνει επίσης μία σειρά πρωτοκόλλων και δηλώσεων. '

Μετά την υπογραφή της Συνθήκης ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, κ. Μπαρόζο δήλωσε:
...μία Ευρώπη διευρυμένη σε 27 κράτη μέλη, επανενωμένη γύρω από την ελευθερία και τη δημοκρατία και μια Ευρώπη που θα έχει καλύτερη θέση από οποιαδήποτε άλλη χώρα ή ομάδα χωρών, όχι για να επιβάλει, αλλά για να προτείνει συνολικές λύσεις τις οποίες χρειάζεται ο κόσμος επειγόντως. Για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα, όλες οι κυβερνήσεις έδειξαν πολιτικό θάρρος. Σας καλώ τώρα να επιδείξουμε την ίδια αποφασιστικότητα κατά την περίοδο της επικύρωσης. Με την υπογραφή της Συνθήκης της Λισαβόνας βάζουμε τέλος στις συζητήσεις έξι ετών πάνω στους θεσμούς μας. Τώρα είναι καιρός να προχωρήσουμε. Η Ευρώπη οφείλει να αναλάβει πολλές προκλήσεις, τόσο εσωτερικές όσο και εξωτερικές, και οι πολίτες μας θέλουν αποτελέσματα.

13 Δεκεμβρίου 2003: Ο πρώην πρόεδρος του Ιράκ Σαντάμ Χουσεΐν συλλαμβάνεται κοντά στην γενέτειρα πόλη του, το Τικρίτ.


Ο Σαντάμ Χουσεΐν (πλήρες όνομα: Σαντάμ Χουσεΐν Αμπντ αλ Ματζιντ αλ Τικρίτι) ήταν πρόεδρος του Ιράκ.

Γεννήθηκε στις 28 Απριλίου 1937 και εκτελέστηκε στις 30 Δεκεμβρίου του 2006, μετά την καταδίκη του από ιρακινό δικαστήριο εις θάνατον δι' απαγχονισμού.

Ο Σαντάμ Χουσεΐν κυβέρνησε το Ιράκ από τις 16 Ιουλίου 1979 έως τις 9 Απριλίου του 2003, όταν και καθαιρέθηκε από την εξουσία, έπειτα από στρατιωτική επιχείρηση των Η.Π.Α. στο Ιράκ, με την κωδική ονομασία "Σοκ και δέος".

Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ξεκίνησε δύο πολέμους. Επιτέθηκε αρχικά στο Ιράν και έπειτα στο Κουβέιτ, το 1990.

Από την ημέρα της καθαίρεσής του έως και τις 13 Δεκεμβρίου του 2003, είχε βρει καταφύγιο σε ένα δωμάτιο κάτω από το έδαφος, κοντά στην γενέτειρά του, το Τικρίτ.

Στις 5 Νοεμβρίου 2005 οδηγήθηκε σε δίκη, όπου του απαγγέλθηκαν κατηγορίες για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Περίπου ένα χρόνο μετά, το δικαστήριο έκρινε ένοχο τον πρώην ηγέτη του Ιράκ και τον καταδίκασε εις θάνατον δι' απαγχονισμού. Η ποινή εκτελέστηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2006, περίπου στις 6 π.μ. τοπική ώρα.

13 Δεκεμβρίου 1995: πεθαίνει ο Μέντης Μποστατζόγλου (Μποστ), Έλληνας γελοιογράφος, στιχουργός και θεατρικός συγγραφέας.


Ο Χρύσανθος (Μέντης) Μποσταντζόγλου, γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Μποστ ήταν σκιτσογράφος και γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος. Γεννήθηκε το 1918 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε το 1995. Ήταν παντρεμένος με τη Μαρία Μποσταντζόγλου, το γένος Παπαγιαννακοπούλου. Οι δυό γιοί του Κώστας και Γιάννης είναι σήμερα διακεκριμένοι στον χώρο της γραφιστικής και την υποκριτικής αντίστοιχα. Το έργο του περιλαμβάνει πολιτικές γελοιογραφίες και χρονογραφήματα, εικονογραφήσεις βιβλίων και περιοδικών, δέκα θεατρικά έργα και πολλές ζωγραφικές συνθέσεις. Για ένα διάστημα δούλεψε στη διαφήμιση όπου οι έντυπες καταχωρίσεις του για τη RENAULT (Ντοφίν εστί φιλοσοφείν), Flow Coat/Dupont (βάφεν ζι γκούντ πιλότ? ακόμα και οι πιλότοι της Λουφτβάφε βάφουν με βαφές Φλόου Κοτ.), άφησαν κυριολεκτικά εποχή με την τόλμη και τη διαφορετικότητά τους.

Βιογραφικό
Το 1939 όταν η οικογένεια του είχε επιστρέψει στην Ελλάδα, εισήχθη στη Σχολή Καλών Τεχνών, την οποία όμως παράτησε μετά απο έξι μήνες. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής έγινε μέλος του ΕΑΜ (1942) και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση.

Η καριέρα του ως σκιτσογράφου ξεκίνησε με εικονογραφήσεις περιοδικών και παιδικών βιβλίων. Το πρώτο προσωπικό του βιβλίο εκδόθηκε με δικά του έξοδα το 1945 και είχε τίτλο Ο Αγιος Φανούριος. Βοήθημα δια την κατανόησιν των Κινέζων κλασσικών..Γκα-τσου και Βου-Σβου-Νι. Το 1952 έπιασε δουλειά στην εφημερίδα Καθημερινή, την οποία τότε διηύθηνε η Ελένη Βλάχου, στην οποία αρχικά εργαζόταν ως ταμίας και βιβλιοθηκάριος. Το 1954 ξεκινά να εργάζεται στο περιοδικό Εικόνες. Στη συνέχεια απασχολείται ως σκιτσογράφος στο περιοδικό Ταχυδρόμος.

Το 1958 παρουσίασε στη στήλη του, η οποία είχε τίτλο Το μποστάνι του Μποστ, τους τρεις πλέον γνωστούς ήρωες του: Μαμά- Ελλάς, Πειναλέων και Ανεργίτσα. Τέλος στη συνεργασία του με την Ελένη Βλάχου δόθηκε λόγω του κειμένου Το επάγγελμα της μητρός μου (1961), για το οποιο κατηγορήθηκε ότι είχε ξεφύγει από τα όρια της ευπρέπειας. Το 1966 άνοιξε το δικό του κατάστημα δώρων με την επωνυμία "Λαϊκαί Εικόναι". Διακόσμησε πάνω από 27.000 είδη δώρων, με σκίτσα και ζωγραφιές, καθώς και ανορθόγραφες επιγραφές, στιχάκια και αφιερώσεις.

Συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τα περιοδικά Ομάδα, Θεατής, Ελευθερία, καθώς και με την εφημερίδα Αυγή. Λόγω των πολιτικών γελοιογραφιών του υπέστη διώξεις και δέχτηκε επανειλημμένα μηνύσεις. Δοκίμασε αρκετές φορές να θέσει υποψηφιότητα ως βουλευτής κομμάτων της Αριστεράς, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να εκλεγεί.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μετά, αφιερώθηκε στη ζωγραφική και το θέατρο. Τα σατιρικά θεατρικά του έργα είναι γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο. Κατά διαστήματα ασχολήθηκε και πάλι με το σκίτσο και την πολιτική γελοιογραφία. Την περίοδο αυτή συνεργάστηκε με το περιοδικό Ταχυδρόμος, τον Θούριο, το Men's Look και τις εφημερίδες Πρωινή και Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία. Πραγματοποίησε επίσης 16 προσωπικές εκθέσεις.

Πέθανε στις 13 Δεκεμβρίου του 1995.
Χαρακτηριστικά του έργου του
Ο Μποστ θεωρείται ότι κατάφερε να δημιουργήσει ένα εντελώς προσωπικό και αναγνωρίσιμο σατιρικό ύφος ως σκιτσογράφος, κειμενογράφος, θεατρικός συγγραφέας, αλλα και ζωγράφος. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι η γλώσσα του και τα επίτηδες ανορθόγραφα κείμενα. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, γελοιοποιώντας την καθαρεύουσα πίστευε ότι ίσως μπορέσει να βοηθήσει στην ταχύτερη καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. Προκειμένου να σατιρίσει την καθαρεύουσα, ανακάτευε λόγιες εκφράσεις με λαϊκές και έγραφε εντελώς ανορθόγραφα, διεκτραγωδώντας τον ημιμαθή Έλληνα, που προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει την καθαρεύουσα, καθώς εκείνη την εποχή η δημοτική θεωρούνταν "ύποπτη", κατά δήλωση του ιδίου του Μποστ. Συχνά με την παραφθορά των λέξεων ή την ανορθόγραφη απόδοση του ήχου της δημιουργούσε εσκεμμένα συνειρμούς, με άλλες έννοιες, τις οποιες διακωμωδεί. Επίσης συχνά, χρησιμοποιούσε μεταφορικές εκφράσεις με την κυριολεκτική τους έννοια.

Η σάτιρα του στοχεύει κυρίως τον μικροαστό Έλληνα των μεταπολεμικών δεκαετιών, την καθωσπρέπεια, την ημιμάθεια και το νεοπλουτισμό, την ξενομανία, τις έντονες ταξικές αντιθέσεις της μεταπολεμικής Ελλάδας, καθώς και την ελληνική πολιτική ζωή. Ο Μποστ σατιρίζει ιδιαίτερα την εξάρτηση της Ελλάδας από τον ξένο παράγοντα, την εθνικοφροσύνη των δεξιών κομμάτων και το θεσμό της Βασιλείας, ωστόσο σε πολλά κείμενα διακωμωδεί και την παράταξη της Αριστεράς, στην οποία ανήκε. Σε πολλά από τα κείμενα του γράφει σε πρώτο πρόσωπο ως αφηγητής, ο οποίος διηγείται κάποια εμπειρία του και σχολιάζει δήθεν με αφέλεια τα γεγονότα.

Οι τρεις πλέον χαρακτηριστικοί ήρωες των γελοιογραφιών του και προσωπικά του δημιουργήματα είναι η Μαμά Ελλάς με τα παιδιά της, τον Πειναλέοντα και την Ανεργίτσα. Η Μαμά Ελλάς παρουσιάζεται αρχαιοπρεπής, αλλά φτωχοντυμένη και εξαθλιωμένη, το ίδιο και τα δύο μικρά παιδιά, που σχολιάζουν την επικαιρότητα με ανορθόγραφα γραμμένους στίχους.

Ένα από τα χαρακτηριστικά όλου του φάσματος του έργου του (σκίτσα, κείμενα, ζωγραφικά και θεατρικά έργα) ήταν ο συμφυρμός διαφόρων φάσεων της ελληνικής ιστορίας, καθώς στο έργο του συνυπάρχουν ήρωες της αρχαιότητας, του Βυζαντίου, του 1821, του έπους του 1940 με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ωνάση.

Ως ζωγράφος ήταν αυτοδίδακτος και τα έργα του ήταν ιδιαίτερα επηρεασμένα από το ναΐφ ύφος της λαϊκής ζωγραφικής και κυρίως τον Θεόφιλο, αλλά και τις φιγούρες του Θεάτρου Σκιών, με στοιχεία υπερρεαλισμού. Τα ζωγραφικά του έργα παρουσιάζουν ήρωες της αρχαιότητας και της Επανάστασης του 1821 και ιστορικά ζευγάρια.

Στα θεατρικά του έργα χρησιμοποιούσε δεκαπεντασύλλαβο στίχο στο προσωπικό του ύφος συμφυρμού πομπωδών καθαρευουσιάνικων εκφράσεων, με ξένες και λαϊκές εκφράσεις, ενώ συχνά εμφάνιζε ιστορικά ή μυθικά πρόσωπα να αναφέρονται σε σύγχρονες καταστάσεις.

Σε περιόδους χιουμοριστικών αναζητήσεων ο Μποστ έγραψε και στίχους για τρία ελαφρολαϊκά τραγούδια, πού έγιναν επιτυχίες στις αρχές της δεκαετίας του '60. Αυτά είναι "Οι Νεκροθάφτες" (μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου, ερμηνεία Γιώργου Ζωγράφου) και τα "Η νήσος των Αζορών" και "Ρομβία" (μουσική Μίκη Θεοδωράκη, ερμηνεία Γρηγόρη Μπιθικώτση).

13 Δεκεμβρίου 1990: η Ακαδημία Αθηνών βραβεύει, για το σύνολο του έργου της, τη Διδώ Σωτηρίου.



Η Διδώ Σωτηρίου (Αϊδίνιο 1909 – Αθήνα 23 Σεπτεμβρίου 2004) ήταν Ελληνίδα συγγραφέας και δημοσιογράφος.

Βιογραφικά στοιχεία
Μεγαλύτερη αδελφή της Έλλης Παππά, γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας και το 1909 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Ήρθε πρόσφυγας στον Πειραιά και κατόπιν στην Αθήνα μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, όπου και σπούδασε, συνεχίζοντας στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Το 1936 άρχισε να εργάζεται σαν δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα, ενώ το 1944 έγινε αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Ριζοσπάστης. Μετά τον Εμφύλιο συνεργάστηκε με το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή. Το πρώτο της μυθιστόρημα κυκλοφόρησε το 1959. Τα έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Το μυθιστόρημά της Ματωμένα χώματα έχει κυκλοφορήσει σε 250.000 περίπου αντίτυπα.

Το 2001 η Εταιρία Ελλήνων Συγγραφέων καθιέρωσε προς τιμήν της το βραβείο "Διδώ Σωτηρίου", το οποίο απονέμεται "σε ξένο ή Έλληνα συγγραφέα που με τη γραφή του αναδεικνύει την επικοινωνία των λαών και των πολιτισμών μέσα από την πολιτισμική διαφορετικότητα".


Βραβεύσεις
Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1983)
Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (1989)
Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1990)
Βραβείο του Ελληνικού Ινστιτούτου της Αγγλίας (1993)
Εργογραφία
Οι νεκροί περιμένουν (1959)
Ηλέκτρα (1961)
Ματωμένα χώματα (1962)
Η Μικρασιάτικη Καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο(1975)
Εντολή (1976)
Μέσα στις φλόγες (1978)
Επισκέπτες (1979)
Κατεδαφιζόμεθα (1982)
Θέατρο (1995)
Τυχαίο συναπάντημα και άλλες ιστορίες (2004)

13 Δεκεμβρίου 1642: ο θαλασσοπόρος και εξερευνητής Αμπελ Τάσμαν ανακαλύπτει την Νέα Ζηλανδία.



Η Νέα Ζηλανδία  είναι χώρα που αποτελείται από 2 μεγάλα και πολλά μικρότερα νησιά στα νοτιοδυτικά του Ειρηνικού Ωκεανού. Η Νέα Ζηλανδία είναι επίσης γνωστή ως Αοτεαρόα στη Μαορί γλώσσα, ή η Γη του Μακριού Λευκού Σύννεφου. Η Νέα Ζηλανδία είναι γνωστή για την γεωγραφική της απομόνωση, αφού είναι χωρισμένη από τηνΑυστραλία στα βορειοδυτικά μέσω της Θάλασσας της Τασμανίας, σε μήκος περίπου 2.000 χλμ. Οι εγγύτεροι γείτονές της είναι στα βόρεια οι Νέα Καληδονία, Φίτζι και Τόνγκα. Ο πληθυσμός της Νέας Ζηλανδίας είναι κυρίως Ευρωπαϊκής καταγωγής, με τους Μαορί να αποτελούν την μεγαλύτερη μειονότητα. Σημαντικές μειονότητες είναι και οι μη-Μαορί Πολυνήσιοι και Ασιατικοί κάτοικοι, ιδιαίτερα στις πόλεις της χώρας.

Επισήμως, Βασίλισσα της Νέας Ζηλανδίας είναι η Βασίλισσα Ελισάβετ Β' του Ηνωμένου Βασιλείου και εκπροσωπείται στη χώρα από έναν μη-πολιτικό Γενικό Κυβερνήτη. Ωστόσο, η Βασίλισσα δεν έχει καμία πραγματική πολιτική επιρροή. Η πολιτική εξουσία κατέχεται από τον Πρωθυπουργό που είναι ο αρχηγός της Κυβέρνησης στο δημοκρατικά εκλεγμένο Κοινοβούλιο της Νέας Ζηλανδίας. Το Βασίλειο της Νέας Ζηλανδίας περιλαμβάνει επίσης τις Νήσους Κουκ και το Νιούε, που είναι εξ ολοκλήρου αυτοκυβερνώμενα, το Τοκελάου, που κινείται προς την κατεύθυνση της αυτοκυβέρνησης και τις διεκδικήσεις της Νέας Ζηλανδίας στην Ανταρκτική.

Ιστορία
Η Νέα Ζηλανδία είναι μία από τις πιο πρόσφατα αποικισμένες μεγάλες περιοχές γης. Πολυνήσιοι άποικοι κατέφθασαν με τα γουάκα (κανό) τους περίπου 800 με 600 χρόνια πριν και εγκατέστησαν τον ιθαγενή πολιτισμό Μαορί. Ο αποικισμός στα Νησιά Τσάταμ στα νοτιοανατολικά της Νέας Ζηλανδίας δημιούργησε τους Μοριορί αλλά δεν έχει ακόμα εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα σχετικά με το αν μετακινήθηκαν εκεί από την Νέα Ζηλανδία ή από κάπου αλλού στην Πολυνησία. Το μεγαλύτερο μέρος της Νέας Ζηλανδίας ήταν μοιρασμένο σε φυλετικές περιοχές που λέγονταν rohe και οι πηγές εντός τους ελέγχονταν από μια iwi ("φυλή"). Συνήθως δυο iwi δεν υπερκάλυπταν μια rohe. Οι Μαορί προσάρμοσαν τη διατροφή τους στις τοπικές θαλάσσιες πηγές, χλωρίδα και πανίδα, κυνηγώντας το γιγάντιο μόα που δεν πετούσε (και το οποίο σύντομα εξαφανίστηκε) και τρώγοντας τον Πολυνήσιο Αρουραίο και kumara (γλυκοπατάτα), που εισήγαγαν στη χώρα.

Οι πρώτοι Ευρωπαίοι που είναι γνωστοί πως έφτασαν στη Νέα Ζηλανδία οδηγήθηκαν από τον Άμπελ Γιανσζόον Τάσμαν, που έπλευσε στη δυτική ακτή των Βόρειων και Νότιων νησιών το 1642. Την ονόμασε Στάτεν Λάντ (Staten Landt), πιστεύοντας πως ήταν μέρος της γης που είχε ανακαλύψει ο Γιάκομπ Λε Μερ το 1616 έξω από την ακτή της Χιλής. Η Στάτεν Λάντ εμφανίστηκε στους πρώτους χάρτες της Νέας Ζηλανδίας του Τάσμαν, αλλά άλλαξε σε Νόβα Ζεελάντια (Nova Zeelandia) από Ολλανδούς χαρτογράφους, από το όνομα της Ολλανδικής επαρχίας Ζέελαντ, λίγο μετά την απόδειξη τουΧέντρικ Μπράουερ πως η Νότιο Αμερικάνικη γη ήταν νησί το 1643. Το Λατινικό Νόβα Ζεελάντια έγινε στα Ολλανδικά Nieuw Zeeland. Ο Καπετάνιος Τζέιμς Κουκ επακολούθως αποκάλεσε το αρχιπέλαγος New Zealand, αν και τα ονόματα που επέλεξε για τα Βόρεια και Νότια νησιά απορρίφθηκαν (Aehei No Mouwe και Tovy Poenammu αντίστοιχα) και τα τρία βασικά νησιά έγιναν γνωστά ως Βόρειο, Μέσο και Νότιο, ενώ το Μέσο Νησί αποκλήθηκε αργότερα Νότιο Νησί. Ο Κουκ άρχισε εκτεταμένες έρευνες στα νησιά το 1769, οδηγώντας σε Ευρωπαϊκές φαλαινοθηρικές εκστρατείες και τελικά σε σημαντικό Ευρωπαϊκό εποικισμό. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1780, οι Μαορί είχαν συναντήσεις με Ευρωπαίους φωκοθήρες και φαλαινοθήρες. Η απόκτηση μουσκέτων από τις iwi αυτές που ήταν σε στενή επαφή με τους Ευρωπαίους αποσταθεροποίησαν την υπάρχουσα ισορροπία δύναμης μεταξύ των φυλών Μαορί και υπήρξε μια παροδική αλλά έντονη περίοδο αιματηρού δια-φυλετικού πολέμου, γνωστού ως Πόλεμοι Μουσκέτων, που τερματίστηκε μόνο όταν όλες οι iwi οπλίστηκαν ανάλογα.

Το ενδιαφέρον για την εκμετάλλευση των Μαορί από Ευρωπαίους, πιέσεις από την Church Missionary Society και το Γαλλικό ενδιαφέρον στην περιοχή οδήγησαν τους Βρετανούς να προσαρτήσουν τη Νέα Ζηλανδία με Βασιλική Προκήρυξη τον Ιανουάριο του 1840. Για να νομιμοποιηθεί η Βρετανική προσάρτηση είχε αποσταλεί το 1839 ο Βοηθός Κυβερνήτη Γουίλλιαμ Χόμπσον. Βιαστικά, μετά την άφιξή του, διαπραγματεύτηκε την Συνθήκη Γουαϊτάνγκι με τις βόρειες iwi. Η Συνθήκη υπογράφηκε τον Φεβρουάριο και τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να θεωρείται ως το ιδρυτικό ντοκουμέντο της Νέας Ζηλανδίας. Η Μαορί μετάφραση της συνθήκης υποσχόταν στις φυλές Μαορί "tino rangatiratanga" πως θα διατηρούνταν με αντάλλαγμα την παύση kawanatanga, που οι Αγγλικές εκδοχές μεταφράζουν ως "αρχηγία" για "εθνική κυριαρχία/αυτονομία". Το πραγματικό νόημα είναι σήμερα αντικείμενο διαφωνιών. Διαφωνίες για πωλήσεις γης και εθνική κυριαρχία προκάλεσαν τους Πολέμους γης της Νέας Ζηλανδίας που έλαβαν χώρα μεταξύ του 1845 και 1872. Το 1975 η Συνθήκη της Πράξης Γουαϊτάνγκι εγκαθίδρυσαν το Δικαστήριο Γουαϊτάνγκι, στο οποίο ανατέθηκε να ακούει ισχυρισμούς για παραβιάσεις από το Στέμμα της Συνθήκης του Γουαϊτάνγκι που χρονολογούνται από το 1840. Κάποιες φυλές Μαορί και οι Μοριορί δεν υπέγραψαν ποτέ την συνθήκη.

Αν και η Νέα Ζηλανδία διοικούνταν αρχικά ως μέρος της Αυστραλιανής αποικίας της Νέας Νότια Ουαλίας, έγινε αποικία από μόνη της το 1841. Η πρώτη πρωτεύουσα της Νέας Ζηλανδίας ήταν η Οκιάτο ή Ολντ Ράσσελλ στον Κόλπο των Νήσων αλλά σύντομα έπειτα μεταφέρθηκε στο Ώκλαντ. Ο Ευρωπαϊκός αποικισμός προχώρησε πιο γρήγορα απ' ό,τι όλοι περίμεναν και σύντομα οι έποικοι υπερτέρησαν αριθμητικώς των Μαορί. Αυτο-κυβέρνηση παραχωρήθηκε στον πληθυσμό των εποίκων το1852. Κάποιες πολιτικές ανησυχίες ακολούθησαν την ανακάλυψη χρυσού στο Κεντρικό Οτάγκο το 1861 για το αν το Νότιο Νησί θα σχημάτιζε ξεχωριστή αποικία. Έτσι το 1865 η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε επισήμως στην περισσότερο κεντρική πόλη Ουέλλινγκτον. Η Νέα Ζηλανδία έλαβε μέρος σε μια Συνταγματική Συνέλευση τον Μάρτιο του 1891 στο Σύδνεϋ, στη Νέα Νότια Ουαλία, μαζί με τις τότε αποικίες της Αυστραλίας. Αυτή έγινε για να θεωρηθεί το ενδεχόμενο ενός συντάγματος για την προτεινόμενη ομοσπονδία μεταξύ των - τότε - Βρετανικών Αποικιών της Αυστραλασίας. Η Νέα Ζηλανδία απώλεσε το ενδιαφέρον της για ένωση με την Αυστραλία σε μία ομοσπονδία μετά τη συνέλευση αυτή.

Η Νέα Ζηλανδία έγινε ανεξάρτητη επικράτεια στις 26 Σεπτεμβρίου 1907 με βασιλική αναγγελία. Με το Θέσπισμα του Γουεστμίνστερ το 1931 της παραχωρήθηκε πλήρης ανεξαρτησία από το Κοινοβούλιο του Ηνωμένου Βασιλείου. Η ανεξαρτησία ξεκίνησε με την υιοθεσία του Θεσπίσματος από το Κοινοβούλιο της Νέας Ζηλανδίας το 1947. Από τότε η Νέα Ζηλανδία είναι μια ανεξάρτητη Βασιλευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία στα πλαίσια της Βρετανικής κοινοπολιτείας ή Κοινοπολιτείας των Εθνών.

13 Δεκεμβρίου 1968: Κυκλοφορεί ο πρώτος δίσκος του Μάνου Λοΐζου Ο Σταθμός.


Ο πρώτος μεγάλος δίσκος που κυκλοφορεί η εταιρεία του Μίνωα Μάτσα με την επωνυμία «Μίνως Μάτσας και Υιός», καθώς μέχρι τότε οι ετικέτες της ονομάζονταν "ODEON" και "PARLOPHONE". Το δείχνει άλλωστε και ο κωδικός αρίθμησής του (101), ενώ ταυτόχρονα δημιουργήθηκε από τον Μάκη Μάτσα και η "MARGOPHONE", από το όνομα της μητέρας του Μαργαρίτας.

Παράλληλα, είναι και ο πρώτος ολοκληρωμένος δίσκος που κάνουν μαζί οΜάνος Λοΐζος και ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, οι οποίοι είχαν ήδη δεθεί με στενούς επαγγελματικούς, φιλικούς αλλά και οικογενειακούς δεσμούς, ενώ είχαν γράψει και δυο-τρία τραγούδια για δισκάκια 45 στροφών με πιο μεγάλη επιτυχία το «Αυτό τ' αγόρι».

Βεβαίως, μέχρι να ολοκληρωθεί «Ο σταθμός» και να κυκλοφορήσει τον Δεκέμβριο του 1968, η δουλειά πέρασε από σαράντα κύματα. Ο Λοΐζος (ως συνήθως) καθυστερούσε να γράψει τραγούδια, από ένα σημείο και μετά έπαψε να έχει κι έμπνευση κι έτσι κατέφυγε είτε σε έτοιμες λύσεις βασισμένος σε κομμάτια που προϋπήρχαν («Η δουλειά κάνει τους άντρες»), είτε ηχογραφώντας με καινούργιους στίχους μελωδίες που είχε παρουσιάσει παλαιότερα («Το παλιό ρολόι»), είτε συμπληρώνοντας το δίσκο με ορχηστρικές διασκευές των επτά τραγουδιών που υπάρχουν σ' αυτόν.

Το πρώτο κομμάτι που του έδωσε ο Λευτέρης Παπαδόπουλος για την εν λόγω δουλειά ήταν το «Δελφίνι-δελφινάκι», το οποίο ο συνθέτης έγραψε αμέσως και φυσικά δε νομίζω ότι υπάρχει Έλληνας που να μη το γνωρίζει. Ένα υπέροχο τραγούδι που αμέσως έγινε μεγάλη επιτυχία (και στις 45 στροφές) με τη χαρακτηριστική φωνή του Γιάννη Καλατζή, αποτέλεσε το «όχημα» για να πουλήσει ένα σεβαστό - για την εποχή - αριθμό αντιτύπων ο δίσκος και βεβαίως παραμένει μέχρι σήμερα το σήμα κατατεθέν της συνεργασίας των δύο δημιουργών.

Αλλά και ποιο από τα υπόλοιπα τραγούδια δεν είναι γνωστό; «Το παλιό ρολόι», βασισμένο σε μια προϋπάρχουσα μελωδία του Λοΐζου με τίτλο «Κρητικό σταφύλι»; Το «Η δουλειά κάνει τους άντρες» με τη «στεγνή» φωνή του αείμνηστου Δημήτρη Ευσταθίου, σε δεύτερη εκτέλεση μετά από εκείνη της Ελένης Ροδά το 1967; Τα υπόλοιπα με τον Καλατζή;

Ακόμη και το «Ήτανε οκτώ-εννιά» με τον πολύ νέο τότε Γιώργο Νταλάρα, αλλά και το «Όποιος δει το παλικάρι» με τη Λίτσα Διαμάντη στη μοναδική συνεργασία της με τον Λοΐζο και τον Νταλάρα στις δεύτερες φωνές ακούστηκαν αρκετά. Ειδικά τα τελευταία χρόνια που το έργο του αξέχαστου συνθέτη ανακαλύπτεται συνεχώς από τους νέους και φωτίζονται οι άγνωστες πτυχές του, αυτά τα δύο τραγούδια γίνονται όλο και περισσότερο γνωστά.

Η λογοκρισία της χούντας πάντως δεν άφησε ανεπηρέαστη την εν λόγω δουλειά, αφού «σακάτεψε» τα περισσότερα κομμάτια κι έτσι ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αναγκάστηκε ν' αλλάξει κάποιους στίχους.

Για παράδειγμα, στο «Παλιό ρολόι» το «Μα οι άνθρωποί μας δε γυρίζουνε» έγινε «Μα τα χελιδόνια δε γυρίζουνε», ενώ άλλαξε σχεδόν ολόκληρο το «Πίσω απ' την πόρτα», μια και μεταξύ άλλων απορρίφθηκε όλο το τρίτο κουπλέ και γράφτηκε νέο από τον στιχουργό, το οποίο δεν έχει απολύτως καμία σχέση με το υπόλοιπο πνεύμα του τραγουδιού.

Από εκεί και πέρα, τα ορχηστρικά μέρη είναι θαυμάσια με κορυφαίο το «Σ' αποθύμησα» που είναι η διασκευή του «Δελφινιού» και σ' ένα σημείο του ακούγεται ακόμη και σαξόφωνο.

Η παρουσίαση του δίσκου έγινε στις 13 Δεκεμβρίου 1968 με παρουσιαστή τον γνωστό κι αείμνηστο ηθοποιό Δημήτρη Μυράτ. Στο οπισθόφυλλο υπάρχουν οι φωτογραφίες των τεσσάρων τραγουδιστών και σημείωμα της εταιρείας στα ελληνικά και στα αγγλικά.

Τα τραγούδια του δίσκου
Δελφίνι-δελφινάκι (Γ. Καλατζής)
Το παλιό ρολόι (Γ. Καλατζής)
Ο σταθμός (Ορχήστρα)
Όποιος δει το παλικάρι (Στίχοι Μ. Λοϊζου) Λ. Διαμάντη
Ήτανε οκτώ-εννιά (Γ. Νταλάρας)
Φινάλε πρώτου μέρους (Ορχήστρα)
Το μελαχρινάκι (Γ. Καλατζής)
Η δουλειά κάνει τους άντρες (Δ. Ευσταθίου)
Σ' αποθύμησα (Ορχήστρα)
Πίσω απ' την πόρτα (Γ. Καλατζής)
Επιστροφή (Ορχήστρα)
Φινάλε δεύτερου μέρους (Ορχήστρα)

13 Δεκεμβρίου 1967: Μετά την αποτυχία του βασιλικού κινήματος για την ανατροπή του δικτατορικού καθεστώτος, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος διαφεύγει με την οικογένειά του στη Ρώμη, όπου θα ζητήσει πολιτικό άσυλο.

Η βασιλική οικογένεια λίγο μετά την άφιξη της στη Ρώμη.

Το Βασιλικό Κίνημα του '67

Ο Κωνσταντίνος είχε ορκίσει τους πραξικοπηματίες την 21η Απριλίου του ίδιου χρόνου, νομιμοποιώντας έτσι την εξουσία τους. Κάποιοι θεώρησαν τη βραχύχρονη συνεργασία τους ως τακτικό ελιγμό, προκειμένου ο Κωνσταντίνος να οργανώσει την αντεπίθεσή του και να επαναφέρει τη Δημοκρατία στη χώρα. Οι περισσότεροι το είδαν ως το μοιραίο λάθος του 27χρονου βασιλιά, που οδήγησε επτά χρόνια αργότερα στην κατάργηση της Μοναρχίας.

Η σχέση Κωνσταντίνου και πραξικοπηματιών δεν ήταν αρμονική. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος και οι συν αυτώ δεν ήθελαν να μοιραστούν την εξουσία με τον νεαρό βασιλιά, που σύμφωνα με την παράδοση της ελληνικής μοναρχίας «δεν βασίλευε απλώς, αλλά κυβερνούσε». Σ' ένα ταξίδι του στις Ηνωμένες Πολιτείες το φθινόπωρο του '67, ο Πρόεδρος Τζόνσον φέρεται να του είπε ότι καλό θα ήταν η κυβέρνηση να αντικατασταθεί από μία άλλη. Ο Κωνσταντίνος το εξέλαβε ως ενθάρρυνση για την ανατροπή της Χούντας.

Έπειτα από δισταγμούς και αμφιταλαντεύσεις, αποφάσισε να εκδηλώσει το κίνημά του στις 13 Δεκεμβρίου. Όχι από την Αθήνα, που εστρατοκρατείτο και εχουντοκρατείτο, αλλά από τη Βόρεια Ελλάδα, όπου υπήρχαν στρατιωτικοί πιστοί σ' αυτόν. Το σχέδιο προέβλεπε ότι οι δυνάμεις του θα κινούνταν από την Καβάλα προς τη Θεσσαλονίκη, με αντικειμενικό σκοπό την κατάληψη και την εγκατάσταση μιας δεύτερης κυβέρνησης στη συμπρωτεύουσα. Ο Κωνσταντίνος πίστευε ότι ο διεθνής παράγων και η εσωτερική πίεση θα ανάγκαζαν τη Χούντα σε παραίτηση, με αποτέλεσμα τη θριαμβευτική επιστροφή του στην Αθήνα.

Η βασιλική οικογένεια λίγο μετά την άφιξη της στη Ρώμη.Έτσι, το πρωί της 13ης Δεκεμβρίου επιβιβάστηκε στο βασιλικό αεροπλάνο στο Τατόι, με προορισμό το αεροδρόμιο της Χρυσούπολης. Μαζί του είχε την βασίλισσα Άννα-Μαρία, τα δύο παιδιά του Αλεξία και Παύλο, τη βασιλομήτορα Φρειδερίκη, την αδελφή του Ειρήνη και τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Κόλλια, που ήταν δικός του άνθρωπος. Στην αρχή, τα πράγματα πήγαιναν κατ' ευχή. Του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή στο αεροδρόμιο από τον τοπικό διοικητή της μεραρχίας, που ήταν μυημένος στο κίνημα. Το Ναυτικό και η Αεροπορία, που δεν είχαν συμμετοχή στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, τάχθηκαν στο πλευρό του.

Όμως, το σχέδιο του Κωνσταντίνου και των συνεργατών του ήταν απλοϊκό, αφελές και γραφειοκρατικό. Στηρίχθηκε μόνο στους στρατιωτικούς και δεν προσπάθησε να προσεταιρισθεί τους πολιτικούς και το λαό. Ήταν εύκολο να υπονομευθεί εκ των έσω και μάλιστα από μεσαίους αξιωματικούς πιστούς στη Χούντα, οποίοι συνέλαβαν τους επικεφαλής τους και ανέλαβαν αυτοί τη διοίκηση των μονάδων. Κινήθηκαν, μάλιστα, προς την Καβάλα, με σκοπό τη σύλληψη του Βασιλιά. Η έλλειψη οργάνωσης και η διακοπή των επικοινωνιών εμπόδισαν το Ναυτικό και την Αεροπορία να συντονιστούν.

Η Χούντα των Αθηνών, αφού ξεπέρασε αβρόχοις ποσί τον αρχικό αιφνιδιασμό, γρήγορα ανέλαβε τον έλεγχο της κατάστασης. Δεν την πείραξε και πολύ που ο εκλεκτός της πρωθυπουργός ήταν μεταξύ των συνωμοτών. Σε μία εμφανή αλλαγή διάθεσης, άρχισαν να λοιδορούν τον Κωνσταντίνο, ανακοινώνοντας από ραδιοφώνου ότι ο Μεγαλειότατος κρύβεται «από χωρίου εις χωρίον», μία ρήση που παρέμεινε έκτοτε στο ελληνικό λεξιλόγιο.

Ο Κωνσταντίνος, αφού αντελήφθη ότι το σχέδιό του δεν είχε δυνατότητα επιτυχίας, επιβιβάστηκε στο βασιλικό αεροπλάνο με την οικογένειά του και τον Κόλλια. Από την Καβάλα κατευθύνθηκε στη Ρώμη, όπου έφθασε το πρωί της 14ης Δεκεμβρίου 1967 και ζήτησε πολιτικό άσυλο. Παρέμεινε εξόριστος για το υπόλοιπο της χουντικής διακυβέρνησης και δεν επέστρεψε ποτέ στην Ελλάδα ως Βασιλιάς, καθώς η Μοναρχία καταργήθηκε με το δημοψήφισμα της 8ης Δεκεμβρίου 1974.

13 Δεκεμβρίου 1803: Το ολοκαύτωμα στο Κούγκι.


Το Κούγκι είναι πύργος του Σουλίου στην Ήπειρο επάνω σε απότομο βράχο, στον οποίο υπάρχει και η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής. Όταν το 1803 οι τουρκαλβανοί κατέλαβαν το Σούλι, κλείστηκαν στο Κούγκι 600 Σουλιώτες με αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλα. Προβάλλοντας αντίσταση απέκρουσαν τέσσερεις εφόδους των τουρκαλβανών του Αλή Πασά. Επειδή τα τρόφιμα εξαντλήθηκαν, οι πολιορκημένοι πρότειναν στον Αλή να βγουν αφού τους εγγυηθεί, πως δεν θα τους πειράξει. Ο Αλή αναγκάστηκε να δεχθεί λόγω των μεγάλων απωλειών που υπέστη.Μετά την αναχώρησή τους έμεινε στο Κούγκι ο καλόγερος Σαμουήλ με δυο πολεμιστές για να παραδώσoυν το φρούριο. Όταν όμως οι απεσταλμένοι ήρθαν να το παραλάβουν, ο Σαμουήλ έβαλε φωτιά στην πυριτιδαποθήκη και ανατινάχθηκαν όλοι στον αέρα. Την ηρωική αυτή θυσία την ύμνησε ο ποιητής Βαλαωρίτης στο ποίημά του «Ο Σαμουήλ».

Ο εθνικός ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος στην Ιστορία του Ελληνικού Εθνους γράφει
:

«Τρία έτη διήρκεσεν ο αγών ούτος και οι Σουλιώται δεν έπαυον νικηφορούντες ότε κατά Σεπτέμβριον του 1803, διά της προδοσίας του Πήλιου Γούση, εκυριεύθη τελευταίον το Σούλι, οι δε πρόμαχοί του υποχωρήσαντες εις την αγίαν Παρασκευήν και πάσχοντες τα πάνδεινα ιδίως εκ της δίψης, διότι οι περιζώσαντες αυτούς πολέμιοι είχον καταλάβει τας των υδάτων πηγάς, συνήνεσαν τελευταίον, όχι να παραδοθώσιν, αλλά να συνθηκολογήσωσιν ότι θέλουσιν απέλθει ελευθέρως, όπου βούλωνται μετά των όπλων και των σκευών.

Ο Αλής εκύρωσε τας συνθήκας ταύτας και τη 12η Δεκεμβρίου 1803 εγκατέλειπον οι Σουλιώται την πατρίδα αυτών, διαιρεθέντες εις τρία σώματα. Εμειναν δε εις αγίαν Παρασκευήν ο μοναχός Σαμουήλ και πέντε έτεροι άνδρες ίνα παραδώσωσι τον χώρον και λάβωσι κατά τα συμφωνηθέντα το αντίτιμον των εν αυτώ σωζόμενων έτι πολεμοφοδίων.

Αλλ ότε προσήλθον δύο Τούρκοι και εις γραμματεύς του Αλή ίνα εκτελέσωσι τους όρους τούτους, ο γραμματεύς του Αλή, αφού επλήρωσε τα χρήματα, είπε σαφώς εις τον Σαμουήλ ότι θέλει υποστή δεινήν τιμωρίαν, αφού έσχε την αφροσύνην να παραδοθή εις χείρας του βεζύρη.

Ο δε «καμμίαν», απήντησεν αμέσως, «δεν δύναται να μ επιβάλη τιμωρίαν», και κενώσας το όπλον του επί της πυριτοθήκης έθαψεν υπό τα ερείπια του τελευταίου εκείνου προμαχώνος εαυτόν τε και τους συναγωνιστάς και τους Τούρκους. Ουδ ελαττώνει την αξίαν της θυσίας ταύτης το γεγονός ότι ο Αλής έλαβεν αυτήν ως πρόφασιν ίνα θεωρήση ακύρους τας προς τους Σουλιώτας γενομένας συνθήκας...».