Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

10 Δεκεμβρίου 1896: πεθαινει ο Άλφρεντ Μπέρνχαρντ Νόμπελ, επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, που αθλοθέτησε τα ομώνυμα βραβεία, τα οποία απονέμονται κάθε χρόνο στην επέτειο του θανάτου του.


Είναι «ο άνθρωπος που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του» όπως είπε ο Γιώργος Σεφέρης μιλώντας στις 10 Δεκεμβρίου του 1963 στη Στοκχόλμη, στην τελετή της απονομής του Βραβείου Νομπέλ Λογοτεχνίας για τη χρονιά αυτή.

Ο άνθρωπος αυτός δεν είναι άλλος από τον Αλφρεντ Μπέρνχαρντ Νομπέλ, τον εφευρέτη της δυναμίτιδας, τον άνθρωπο που κληροδότησε την κολοσσιαία περιουσία του σε ένα βραβείο. Το φερώνυμο βραβείο αποτελεί την επιτομή της επιστημονικής, λογοτεχνικής και κοινωνικήςδραστηριότητας για όλο τον 20ό αιώνα, χωρίς μια ρωγμή στο κύρος του ­ το επιστημονικό αλλά και το μεντιακό ­ παρά τις αναπόφευκτες ιδεολογικές, πολιτικές, ηθικές, δεοντολογικές ή άλλες παραμέτρους που έπαιξαν (και εξακολουθούν να παίζουν) μικρό ή μεγάλο ρόλο στην επιλογή τού ενός ή του άλλου υποψηφίου.

Ο Αλφρεντ Μπέρνχαρντ Νομπέλ θα μπορούσε να ήταν ένας φανταστικός ήρωας του μεγάλου μυθιστορήματος του 19ου αιώνα, ένας ήρωας συμφωνικού ποιήματος, ένας «Τιλ Ωυλενσπίγκελ» ας πούμε, αν δεν ήταν ο ίδιος ή καλύτερα η ζωή του τόσο μυθιστορηματική.

Τυχοδιώκτης (με την καλή και την κακή έννοια), κοσμοπολίτης, ευφυής, πολύγλωσσος, πανευρωπαίος, μυστηριώδης, κλεισμένος στον εαυτό του, μοναχικός, ειρωνικός, μελαγχολικός, μισάνθρωπος και ταυτόχρονα αφανής φιλάνθρωπος, ιδεαλιστής και ειρηνιστής παρ’ όλο που υπήρξε από τους πατέρες των όπλων βρέθηκε να είναι με τις εφευρέσεις του το μήλον της έριδος στους ανταγωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα ­ στη Γαλλία είχε κατηγορηθεί για κατασκοπεία, στη Βρετανία για κλεψιτυπία. Ο ίδιος, άνθρωπος του νεωτερισμού και ταυτόχρονα της παράδοσης ­ μιας παράδοσης που δεν είχε καμία σχέση με μόδες ­ καλλιεργούσε τις ορχιδέες του και έβρισκε καταφύγιο στην ποίηση. Νέος έγραφε ποίηση (στα αγγλικά), ενώ στα κατάλοιπά του βρέθηκαν οι κόλλες ενός μυθιστορήματος που συνέθετε.

Η βιογραφία βαραίνει ιδιαίτερα στην κατανόηση της συμπεριφοράς του Νομπέλ, της εφευρετικότητάς του και της επινοητικότητάς του, της επιθυμίας του (εκφρασμένης με ιδιόγραφη διαθήκη, χωρίς νομικές συμβουλές) να αφήσει τα ελάχιστα στους κληρονόμους του (τα ανίψια του) και τα πολλά σε ίδρυμα για τη δημιουργία βραβείων.

Ο Αλφρεντ Μπέρνχαρντ Νομπέλ γεννήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 1833 στη Στοκχόλμη, γιος του Ιμάνουελ Νομπέλ, αρχιτέκτονα, εφευρέτη, γεφυροποιού κτλ., και της Αντριέτα Αλσελ, απογόνου σε ευθεία γραμμή του φυσιολόγου του 17ου αιώνα Ολοφ Ρούντμπεκ. Επιχειρηματικός κοσμοπολίτης, ο πατέρας Νομπέλ εγκαταλείπει το 1837 τη Στοκχόλμη για τη Ρωσία όπου επιδόθηκε στις εφευρέσεις και τελειοποιήσεις όπλων και εκρηκτικών, μεταξύ των οποίων και οι υποβρύχιες νάρκες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στον Πόλεμο της Κριμαίας ή στον αποκλεισμό του κόλπου της Φινλανδίας.

Η υπόλοιπη οικογένεια Νομπέλ, η Αντριέτα και τα τέσσερα αγόρια της, ο Αλφρεντ, ο Εμίλ, ο Ρόμπερτ και ο Λούντβιγκ, εγκαταστάθηκαν στην Πετρούπολη το 1842. Ο Αλφρεντ Μπέρνχαρντ έμεινε στην αυτοκρατορική πόλη της Ρωσίας ως το 1850. Οταν εγκατέλειψε τη Ρωσία και την οικογενειακή εστία σε ηλικία 17 ετών για να αναζητήσει ολομόναχος την τύχη του στον κόσμο των πειραμάτων και των εργαστηρίων ήταν ήδη ένας ολοκληρωμένος χημικός χωρίς να έχει φοιτήσει ποτέ σε σχολείο, μόνο με διδασκαλία κατ’ οίκον, και μιλούσε τέλεια τα σουηδικά, τα ρωσικά, τα γερμανικά, τα αγγλικά και τα γαλλικά. Η διδασκαλία κατ’ οίκον ήταν αρχή του πατέρα Νομπέλ που ίσως πίστευε ότι το σχολείο ευνουχίζει, ομαδοποιεί και λειαίνει τα εξαιρετικά πνεύματα.

Η περιπλάνηση έφερε τον Αλφρεντ αρχικά στη Γαλλία, όπου έμεινε έναν χρόνο τελειοποιώντας τις γνώσεις του στη χημεία, και έπειτα στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου για τέσσερα χρόνια μαθήτευσε δίπλα στον Αμερικανοσουηδό Τζον Ερικσον, εφευρέτη της έλικας και ναυπηγό του πολεμικού πλοίου «Μόνιτορ». Από τις ΗΠΑ επέστρεψε στην Πετρούπολη όπου εργάστηκε στο εργοστάσιο του πατέρα του ως το 1859, οπότε η πατρική επιχείρηση πτώχευσε. Η οικογένεια επέστρεψε στη Σουηδία. Στα περίχωρα της Στοκχόλμης ο Αλφρεντ δημιουργεί το 1863 τη δική του επιχείρηση νιτρογλυκερίνης και αρχίζει τα πειράματα για την τιθάσευση αυτού του υψηλής επικινδυνότητας εκρηκτικού. Οι δοκιμές συνοδεύτηκαν από ανθρώπινα θύματα, αφού μια έκρηξη που έγινε στο εργαστήριο το 1864 προκάλεσε όχι μόνο την καταστροφή του εργαστηρίου αλλά και τον θάνατο του αδελφού του Αλφρεντ, Αιμίλιου, και τεσσάρων συνεργατών του.

Ως την εποχή του Αλφρεντ Νομπέλ οι χημικές έρευνες για τα εκρηκτικά δεν είχαν καθόλου προχωρήσει πέρα από όσα οι Ευρωπαίοι ήξεραν τον 14ο αιώνα όταν εισήχθη στην ήπειρό τους η μέλαινα πυρίτιδα. Μόλις το 1845 ο Σένμπαϊν είχε ανακαλύψει τη βαμβακοπυρίτιδα και το 1847 ο ιταλός χημικός Ασκάνιο Σομπρέρο τη νιτρογλυκερίνη. Και οι δύο αυτές εκρηκτικές ύλες δημιουργούνταν με τον ίδιο τρόπο: με χημικές αντιδράσεις του νιτρικού οξέος επί του βάμβακος στην πρώτη περίπτωση, επί της γλυκερίνης στη δεύτερη περίπτωση.

Η χρήση της νιτρογλυκερίνης, που τότε ήταν γνωστή ως «εκρηκτικό λάδι», επεκτάθηκε πολύ γρήγορα τόσο στη δημιουργία των ορυχείων όσο και στα λεγόμενα δημόσια έργα, κυρίως στις ανατινάξεις βράχων και στις διανοίξεις σηράγγων. Ηταν όμως ένα «ατίθασο» υλικό που έγινε η αιτία πολλών καταστροφών κατά τον 19ο αιώνα. Η Ιστορία συγκράτησε την ανατίναξη το 1866 του βρετανικού πλοίου «European» κατά την εκφόρτωση 70 κιβωτίων με «εκρηκτικό λάδι» στις αποβάθρες του αμερικανικού λιμανιού Ασπινγουολ. Συγκράτησε ακόμη την ανατίναξη το 1875 του γαλλικού πλοίου «Moselle» ενώ έβγαινε από το λιμάνι της γερμανικής πόλης Μπρέμερχαφεν, επίνειο της Βρέμης.

Η «τιθάσευση» της νιτρογλυκερίνης δημιούργησε τον πλούτο του Αλφρεντ Μπέρνχαρντ Νομπέλ. Ο Αλφρεντ πειραματίστηκε στη σταθεροποίηση της νιτρογλυκερίνης δοκιμάζοντας την προσρόφησή της σε διάφορα υλικά, όπως κάρβουνο, κιμωλία, πυριτική γη. Τελικά διάλεξε την πυριτική γη, τη γη διατόμων, που ήταν γνωστή στη Γερμανία με το όνομα Kieselguhr λόγω της εκμετάλλευσής της στην περιοχή του Ανόβερου. Ετσι η νιτρογλυκερίνη τιθασεύτηκε. Το νέο μείγμα σε στερεά μορφή και ακίνδυνο στη μεταφορά του διατηρούσε τα 3/4 της εκρηκτικής δύναμης της νιτρογλυκερίνης και μπορούσε να ενεργοποιηθεί τη στιγμή που επέλεγε κανείς με τη βοήθεια πυροκροτητή. Ονομάστηκε δυναμίτιδα και ο Αλφρεντ Νομπέλ απέκτησε την πατέντα της αποκλειστικής εκμετάλλευσής του στη Βρετανία το 1867 και στις ΗΠΑ το 1868. Ο πυροκροτητής με καψούλι βροντώδους ή κροτικού υδραργύρου ήταν και αυτός πατέντα του Νομπέλ.

Σε λίγο ο πατέρας της δυναμίτιδας θα καταπλήξει όλη την Ευρώπη με τις επιδείξεις των εκρηκτικών του. Στη Γενεύη ή στην Αβιλιάνα, κοντά στο Τουρίνο, κατάπληκτοι αξιωματικοί παρακολουθούσαν βράχους ύψους 30 μέτρων να ανατινάσσονται με μόνο 25 κιλά δυναμίτιδας. Η εφεύρεση του Νομπέλ θα χρησιμοποιηθεί σύντομα στη διάνοιξη της σήραγγας Μον Σεν-Γκοτάρ στις Αλπεις, στην ανατίναξη των βράχων του Χέργκεϊτ, στην είσοδο του λιμανιού της Νέας Υόρκης, στη διάνοιξη του λιμανιού του Νιούκαστλ, στο σπάσιμο των πάγων του ποταμού Νέβα στην Πετρούπολη αλλά και στο σπάσιμο των πάγων στην Αρκτική κατά τη διάρκεια της εξερευνητικής αποστολής του Σκωτσέζου σερ George Strong Nares (1831-1915).

Η ώρα της βιομηχανικής παραγωγής εκρηκτικών είχε αρχίσει. Δεν ήταν βέβαια μόνο η δυναμίτιδα. Ηταν και η ζελατινοδυναμίτιδα και ο βαλιστίτης, η πρώτη άκαπνη πυρίτιδα που του κόστισε μάλιστα μια δικαστική περιπέτεια στη Βρετανία. Κατηγορήθηκε ότι έκλεψε τον τύπο του βαλιστίτη από τον σερ Φρέντερικ Αμπελ και τον καθηγητή Ντιούαρ. Στην πραγματικότητα, ο Νομπέλ τους είχε δώσει εμπιστευτικές πληροφορίες για τον νέο τύπο πυρίτιδας που δοκίμαζε επειδή οι δύο Βρετανοί παρουσιάστηκαν σε αυτόν ως εκπρόσωποι της βρετανικής κυβέρνησης. Η δικαστική περιπέτεια στη Βρετανία κόστισε στον Νομπέλ όχι μόνο 30.000 στερλίνες για δικαστικά έξοδα αλλά και κατάθλιψη, που φρόντισε όμως να την εκτονώσει γράφοντας το θεατρικό έργο «Ο βάκιλος της πατέντας», όπου σατιρίζει με μπουρλέσκο τρόπο τα βρετανικά δικαστήρια.

Ο Αλφρεντ δεν έπαψε να εργάζεται. Τα εκρηκτικά ήταν το βασίλειό του αλλά γρήγορα πειραματίστηκε και στην παρασκευή συνθετικών υλών. Δεν είναι τυχαίο ότι όταν πέθανε ­ το 1896 ­ στο όνομα Αλφρεντ Μπέρνχαρντ Νομπέλ είχαν εκδοθεί 255 πατέντες ή διπλώματα ευρεσιτεχνίας. Τα πειράματα του Νομπέλ γίνονταν σε διάφορα εργαστήρια, διάσπαρτα σε όλον τον ευρωπαϊκό χώρο. Στη Στοκχόλμη, στο Αμβούργο, στο Αρντεερ της Σκωτίας, στο Σερβάν κοντά στο Παρίσι, στην Καρλσκόγκα της Σουηδίας, στο Σαν Ρέμο, όπου και πέθανε. Στο τέλος της ζωής του έφθασε να εκμεταλλεύεται 80 εργοστάσια σε 20 χώρες της Ευρώπης, μεταξύ των οποίων ορισμένα μεγαθήρια όπως το Imperial Chemical Industries στη Βρετανία, η Societe Centrale de Dynamite στη Γαλλία, η Dyno Industries στη Νορβηγία.

Μέσα σε αυτόν τον πυρετό των πειραμάτων και των συνεχών μετακινήσεων στα τέσσερα σημεία της Ευρώπης, η ιδιωτική ζωή του Νομπέλ ήταν αναπόφευκτα μοναχική και οι στιγμές της χαλάρωσης δεν ήταν άλλες από την καταφυγή του στους στίχους της ποίησης ή στην καλλιέργεια της εύθραυστης ορχιδέας. Το 1876, εκατομμυριούχος πλέον, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι σε ένα μέγαρο της λεωφόρου Μαλακόφ, με κήπο, σέρα και φυσικά εργαστήριο για τα πειράματα. Τότε είναι που αναζήτησε έναν συνένοχο στο πρόσωπο μιας ιδιαιτέρας γραμματέως. Η αγγελία του αναφερόταν σε «γυναίκα ώριμης ηλικίας, με υψηλή μόρφωση και πολύγλωσση». Ανταποκρίθηκε μια Αυστριακή, η κόμισσα Μπέρτα φον Κίνσκι, η οποία όμως δεν έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα κοντά στον Νομπέλ. Η ανεκδοτολογία λέει ότι ο Αλφρεντ την ερωτεύτηκε αλλά η Μπέρτα τον εγκατέλειψε για να παντρευτεί στην Αυστρία τον κόμη Αρτουρ φον Σούτνερ. Εμεινε όμως φίλη του Νομπέλ και εξελίχθηκε γρήγορα σε μια ηγερία του ειρηνιστικού κινήματος στην Ευρώπη, αυτή που έζησε τόσο κοντά με τον πατέρα των όπλων και των εκρήξεων. Το 1905 η Μπέρτα φον Σούτνερ τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ για την Ειρήνη.

Ο Αλφρεντ Μπέρνχαρντ Νομπέλ πέθανε στις 10 Δεκεμβρίου 1896 στον Σαν Ρέμο. Περίπου έναν χρόνο πριν, στις 27 Νοεμβρίου 1895, είχε συντάξει στο Παρίσι την ιδιόγραφη διαθήκη του, με την οποία αφού άφηνε κάποια χρήματα στα ανίψια, σε υπηρέτες του και σε συνεργάτες κληροδοτούσε την κολοσσιαία περιουσία του σε ένα ίδρυμα για τη δημιουργία βραβείων που θα έφεραν το όνομά του. Τα βραβεία ορίστηκαν από τον ίδιον τον Νομπέλ διά της διαθήκης του: ένα στον χώρο της φυσικής· ένα στον χώρο της χημείας· ένα στον χώρο της φυσιολογίας και της ιατρικής· ένα στον χώρο της λογοτεχνίας σε δημιουργούς ιδεαλιστικών προσανατολισμών· ένα στον χώρο της προσέγγισης των λαών, του περιορισμού των όπλων και του αφοπλισμού, της ειρήνης. Ο ίδιος όρισε τα Βραβεία Φυσικής και Χημείας να απονέμονται από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών, τα Βραβεία Φυσιολογίας και Ιατρικής από το Καρολίνειο Ινστιτούτο της Στοκχόλμης, το Βραβείο Λογοτεχνίας από την Ακαδημία της Στοκχόλμης και το Βραβείο Ειρήνης από το νορβηγικό κοινοβούλιο. Αυτός ο τελευταίος όρος του προκάλεσε τις αντιδράσεις της σουηδικής αστικής τάξης που χαρακτήρισε τον Νομπέλ «αντιπατριώτη», σε μια εποχή όπου οι σχέσεις Σουηδίας και Νορβηγίας ήταν τεταμένες. Οπως είναι γνωστό, η πολιτική ένωση Σουηδίας και Νορβηγίας που εχρονολογείτο από το Συνέδριο της Βιέννης (1814) διερράγη ειρηνικά στις 26 Οκτωβρίου 1905.

Τα χρήματα του βραβείου από το 1901 ως σήμερα προέρχονται αποκλειστικά από την περιουσία του Νομπέλ και από τα κέρδη των επενδύσεών του. Το ίδρυμα απέκτησε το δικαίωμα να επενδύει την περιουσία του μόλις το 1953. Βέβαια πολλοί δωρητές προικοδότησαν και εξακολουθούν να προικοδοτούν το βραβείο, όπως για παράδειγμα, η Κεντρική Τράπεζα της Σουηδίας που το 1968 με την ευκαιρία της τριακοσιοστής επετείου από την ίδρυσή της δημιούργησε και χορηγεί το Βραβείο Νομπέλ για τις Οικονομικές Επιστήμες.

«Η άγνοια χωρίζει τους ανθρώπους, η επιστήμη τους φέρνει πιο κοντά». Η ρήση του Λουδοβίκου Παστέρ, αναγραμμένη στον ανδριάντα του Αλφρεντ Νομπέλ, σφραγίζει τη ζωή ενός ανθρώπου που αφιερώθηκε με πάθος στον πειραματισμό και στην κατάκτηση του αγνώστου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου